Ο θρύλος επιστρέφει!
Η λίαν απροσδόκητη φυγή του από τον «Άνφιλντ» πριν από σχεδόν μία 20ετία σήμανε την αρχή του τέλους της πλέον χρυσής εποχής για την Λίβερπουλ. Η μάλλον αναμενόμενη, έπειτα από τις πρόσφατες κάτι παραπάνω απογοητευτικές αγωνιστικές εξελίξεις, επιστροφή του Κέννι Νταλγκλίς στον πάγκο της πιο επιτυχημένης αγγλικής ομάδας όλοι στο «κόκκινο στρατόπεδο» ελπίζουν ότι θα σημάνει επιτέλους την απαρχή της αντεπίθεσης για τον επανάκτηση του πολυπόθητου αγγλικού θρόνου.
Η λίαν απροσδόκητη φυγή του από τον «Άνφιλντ» πριν από σχεδόν μία 20ετία σήμανε την αρχή του τέλους της πλέον χρυσής εποχής για την Λίβερπουλ. Η μάλλον αναμενόμενη, έπειτα από τις πρόσφατες κάτι παραπάνω απογοητευτικές αγωνιστικές εξελίξεις, επιστροφή του Κέννι Νταλγκλίς στον πάγκο της πιο επιτυχημένης αγγλικής ομάδας όλοι στο «κόκκινο στρατόπεδο» ελπίζουν ότι θα σημάνει επιτέλους την απαρχή της αντεπίθεσης για τον επανάκτηση του πολυπόθητου αγγλικού θρόνου. Έπειτα από δύο δεκαετίες γεμάτες απογοητεύσεις στο συγκεκριμένο μέτωπο που όταν εκείνος φορούσε την θρυλική φανέλα με το νούμερο «7» ή αργότερα ήταν το μεγάλο αφεντικό της τρομερής προπονητικής της ομάδας αποτελούσε απλά το βούτυρο στο ψωμί των διαρκών σχεδόν σ’ όλα τα μέτωπα επιτυχιών της.
Ο κατά πολλούς κορυφαίος Σκωτσέζος ποδοσφαιριστής όλων των εποχών και σπουδαιότερος που έχει φορέσει ποτέ την κόκκινη φανέλα κλήθηκε παραμονή του σημαντικότερου ματς του 3ου γύρου του κυπέλλου Αγγλίας να καλύψει το κενό του μάνατζερ μετά την απαιτούμενη, από τους φίλους και όχι μόνον της Λίβερπουλ, απομάκρυνση του Ρόι Χόντγκσον. Ο Άγγλος απέτυχε παταγωδώς, στους μόλις κάτι περισσότερο από έξι μήνες της θητείας του, να μεταφέρει την ομάδα του μεγάλου λιμανιού την υποθήκη της επιτυχίας που υποσχόταν η περυσινή του πορεία με την Φούλαμ.
Τα διαδοχικά αποτυχημένα αποτελέσματα οδήγησαν την πάλαι ποτέ αυτοκράτειρα όχι μόνον του αγγλικού αλλά και του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου σε τροχιά …μάχης υποβιβασμού και όχι φλερτ με τον τίτλο που οι φανατικοί της φίλοι επιθυμούν διακαώς από την αυγή της δεκαετίας του 90. Και έτσι ήταν φυσικό τα αφεντικά του συλλόγου να τον κάνουν να πληρώσει τη νύφη και ακόμα ίσως πιο λογική είναι η επιλογή τους να προσφύγουν σε έναν όχι απλά γνωστό αλλά απόλυτα λατρεμένο για τους «κόκκινους» πρόσωπο.
«Καθολική» ….καταξίωση
Ο Κένεθ Μάθιεσον (Κένι) Νταλγκλίς είναι βλέπετε μία από τις κεντρικότερες φιγούρες του σωματείου του Μερσισάιντ. Και δεν θα είναι υπερβολή να τον βάλει κανείς εκεί ψηλά μαζί με τους μεγάλους του δασκάλους. Τους αλησμόνητους Μπιλ Σάνκλι και Μπομπ Πέισλι την τεράστια κληρονομιά των οποίων μόνον εκείνος μπόρεσε να διατηρήσει με ανάλογη επιτυχία.
Γεννημένος στη Γλσκώβη στις 4 Μάρτη του 1951 ο κολοσσιαίος αυτός άσος των βρετανικών γηπέδων αν και ήταν οπαδός της Ρέιντζερς έμελλε να αποτελέσει πολύ σύντομα μεγάλο ίνδαλμα της αιώνιας αντιπάλου των «διαμαρτυρόμενων» Σέλτικ.
Με τη φανέλα των «Καθολικών» έκανε ντεμπούτο τον Σεπτέμβριο του 1968 και λίγα χρόνια αργότερα τα γκολ και η εξαιρετική του συνολική παρουσία τον προβίβασαν σε κάπτεν της ομάδας με την οποία στα εννιά χρόνια της καριέρας του (1968-1977) στο «Πάρκχεντ» κατέκτησε τέσσερα πρωταθλήματα και ισάριθμα κύπελλα Σκωτίας καθώς και ένα Λιγκ Καπ. Ήταν ήδη μέλλον της εθνικής ομάδας της πατρίδας του με την οποία και έδωσε το «παρών» στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου 1974 στα γήπεδα της τότε Δυτικής Γερμανίας και το καλοκαίρι του 1977 ο μεγάλος Μπόμπ Πέισλι έκρινε σκόπιμο να πείσει την διοίκηση της Λίβερπουλ να προσφέρει το τότε ποσό ρεκόρ για μεταγραφή Βρετανού ποδοσφαιριστή των 440 χιλιάδων στερλινών για να πείσει το σωματείο της Γλασκώβης να τον αφήσει να κάνει το ταξίδι στο νότιο τμήμα του μεγάλου Νησιού. Και να διαδεχθεί τον δημοφιλέστατο στην κόκκινη πλευρά του μεγάλου λιμανιού Κέβιν Κίγκαν που μετανάστευσε την ίδια εποχή στη Γερμανία και το Αμβούργο.
Τους έκανε να ξεχάσουν αμέσως τον Κίγκαν
Κανείς στο «κόκκινο στρατόπεδο» δεν μετάνιωσε για εκείνη την επιλογή του πιο επιτυχημένου Άγγλου τεχνικού όλων των εποχών καθώς ο Νταλγκλίς έκανε άμεσα τους φίλους και τους ανθρώπους της ομάδας να ξεχάσουν τον προκάτοχο του στη φανέλα της με το νούμερο 7.
Πραγματοποίησε το ντεμπούτο με τη Λίβερπουλ στο ματς του Τσάριτι Σιλντ κόντρα στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στα μέσα Αυγούστου της χρονιάς εκείνης και πέτυχε το πρώτο του γκολ με τη φανέλα της στο παρθενικό του ματς στο πρωτάθλημα (στην ισοπαλία 1-1 εκτός έδρας με τη Μίντλεσμπρο λίγα 24ωρα αργότερα) ενώ βρήκε δίκτυα και τρεις ημέρες μετά στο πρώτο του παιχνίδι μπροστά στο περίφημο «Κοπ» ( τη νίκη 2-0 επί της Νιουκάστλ επίσης για το πρωτάθλημα).
Και όχι μόνο αυτό αλλά ήταν ανάμεσα στους σκόρερ του σαρωτικού 6-0 επί της νέας παρέας του πρώην λατρεμένου των οπαδών της ομάδας του Κίγκαν στο 2ο ματς για το Σούπερ Καπ Ευρώπης πού χάρισε το τρόπαιο στη Λίβερπουλ.
Ως το τέλος της σεζόν εκείνης πέτυχε συνολικά 31 γκολ σε 62 ματς σ’ όλα τα μέτωπα με σημαντικότερο φυσικά το μοναδικό στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης κόντρα στην Μπριζ στο «Γουέμπλεϊ» τον Μάιο του 1978 κάνοντας τους «κόκκινους» να ξεχάσουν λίαν πρόωρα τον πρώην «βασιλιά» τους Άγγλο διεθνή επιθετικό.
Η συνέχεια ήταν ανάλογη για τον άνθρωπο που αγωνίστηκε και στα δύο προσεχή Μουντιάλ (1978 στην Αργεντινή και τέσσερα χρόνια αργότερα στην Ισπανία) με τη φανέλα της Σκωτίας. Από το 1980 έχοντας στο πλάι του το νεαρό τότε Ίαν Ρας συνέθεσαν το τρομερότερο επιθετικό δίδυμο στο κόσμο με τον μεγάλο Σκωτσέζο στράικερ να ανακηρύσσεται τη σεζόν 1982-83 κορυφαίος ποδοσφαιριστής της χρονιάς στο δημοψήφισμα της ‘Ένωσης Επαγγελματιών Ποδοσφαιριστών της Αγγλίας.
Στις πρώτες του τρεις σεζόν δεν έχασε ματς στο πρωτάθλημα με καλύτερη όλων την 2η (78-79) όταν πέτυχε 21 γκολ στη διοργάνωση. Αξίζει να σημειωθεί πως όταν το 80-81 είχε μόλις (;;;) 34 ( σε μάξιμουμ 42) συμμετοχές η Λίβερπουλ τερμάτισε 5η και καταϊδρωμένη στον αγγλικό μαραθώνιο αλλά παρόλα αυτά μπόρεσε να κατακτήσει το Πρωταθλητριών όσο και το Λιγκ Καπ. Την επόμενη σεζόν όμως ήταν ξανά παρών (και πέτυχε 13 γκολ) σ’ όλα τα ματς στο πρωτάθλημα και η ομάδα του επέστρεψε στον αγγλικό θρόνο για 13η φορά στην ιστορία της και 3η με τον Νταλγκλίς στη σύνθεση της. Τα 18 του γκολ τη σεζόν 82-83 διατήρησαν τους «κόκκινους» στη …θέση τους αν και πλέον το πρώτο βιολί στη γραμμή πυρός της ομάδας ήταν ο νεαρός Ουαλός παρτενέρ του. Στο ξεκίνημα της επόμενης περιόδου αποκτήθηκε ο Πολ Γουόλς από τη Λούτον αλλά ο Νταλγκλίς δεν έχασε τη θέση του στην βασική 11αδα. Από εκεί άρχισε να απουσιάζει συχνά την αμέσως επόμενη σεζόν όταν όμως πλέον (καλοκαίρι του 1985) είχε προβιβαστεί σε παίκτη-μάνατζερ έπειτα από την απόσυρση του Τζο Φάγκαν μετά τα τραγικά γεγονότα του «Χέιζελ».
Το ένα και μοναδικό «κόκκινων» νταμπλ
Μπορεί να επέλεξε τον εαυτό του σε μόλις 21 ματς αλλά υπό τις οδηγίες του μέσα και έξω από τον αγωνιστικό χώρο η Λίβερπουλ έφθασε στην πιο χρυσή της σεζόν στα εθνικά μέτωπα κατακτώντας το ένα και μοναδικό μέχρι σήμερα νταμπλ της ιστορίας της. Μάλιστα ήταν στους εκλεκτούς …του στον τελικό κόντρα στην αιώνια αντίπαλο Έβερτον και το γκολ του στην τελευταία αγωνιστική ήταν εκείνο που χάρισε τη νίκη 1-0 εκτός έδρας επί της Τσέλσι που της πρόσφερε τον 16ο τίτλο της πρωταθλήτριας Αγγλίας.
Τη σεζόν 1986-87 επέλεξε εαυτόν σε τρία ματς λιγότερο (αλλά πέτυχε έξι γκολ) προτιμώντας να δίνει πλέον τόπο στα νιάτα κάτι που αποδείχθηκε …πρόωρο καθώς την αμέσως επόμενη περίοδο όχι απλά χάθηκε ο τίτλος από την γειτόνισσα Έβερτον, ηττήθηκε η ομάδα από την Άρσεναλ στον τελικό του Λιγκ Καπ και το οδυνηρότερο αποκλείστηκε στο κύπελλο από τη μικρούλα Λούτον. Έτσι τότε για πρώτη φορά μετά από 15 χρόνια οι πανίσχυροι «ρεντς» έμειναν δίχως τρόπαιο εθνικό ή διεθνές.
Όταν το καλοκαίρι του 1987 παραχωρήθηκε ο Ρας στη Γιουβέντους δημιούργησε ένα νέο έξοχο ντουέτο στην επίθεση με την απόκτηση των Τζον Όλντριτζ και Πίτερ Μπίρντσλι και με μόλις δύο παρουσίες του η Λίβερπουλ πήρε για 17η φορά τον τίτλο. Το 1988-89 δεν έδωσε ούτε μία φορά το «παρών» και είπε το επίσημο του αντίο στην ενεργό δράση στις 5 Μάη του 1990 στο ματς κόντρα στη Ντέρμπι Κάουντι σε ηλικία 39 ετών και δύο μηνών.
Στα αξιοσημείωτα της πορείας των ομάδων του εκείνες της σεζόν το σερί 37 ματς δίχως ήττα σ’ όλες τις διοργανώσεις ( από τις 15 Αυγούστου του 1987 ως τις 21 Φλεβάρη του 1988 όταν ηττήθηκε 1-0 στο «Γκούντισον Πάρκ» από τη συμπολίτισσα Έβερτον). Τη ίδια σεζόν η Λίβερπουλ πήρε το πρωτάθλημα τέσσερις αγωνιστικές πριν από το φινάλε με μόλις δύο ήττες σε 40 ματς αλλά απέτυχε κόντρα σε κάθε προγνωστικό να κάνει ένα 2ο νταμπλ χάνοντας στον τελικό του κυπέλλου από την απίθανη Γουΐμπλεντον.
Ένα χρόνο αργότερα η ιστορία επαναλήφθηκε αλλά με διαφορετικό σενάριο. Κατακτήθηκε μεν το κύπελλο με νίκη επί της Έβερτον στον τελικό αλλά λίγα 24ωρα αργότερα και με την ομάδα εξοντωμένη σωματικά (καθώς αναγκάστηκε λόγω αναβολής αγώνων να δώσει πέντε ματς σε λιγότερο από 20 ημέρες τον μήνα Μάιο) και ψυχολογικά από την τραγωδία του «Χίλσμπορο» (στην οποία βρήκαν τον θάνατο 96 συνολικά άτομα , στην πλειοψηφία τους οπαδοί της, και τραυματίστηκαν δεκάδες ακόμα λίγο πριν από την έναρξη του ημιτελικού του κυπέλλου κόντρα στη Νότιγχαμ) έχασε το πρωτάθλημα με τον πλέον δραματικό τρόπο ίσως στην ιστορία του παγκόσμιου ποδοσφαίρου. Η μοίρα θέλησε στο τελευταίο ματς του πρωταθλήματος (που για πρώτη και τελευταία φορά έγινε μετά τον τελικό του Κυπέλλου) να αντιμετωπίζει τη μοναδική της αντίζηλο για το στέμμα και το σουτ του Μάικλ Τόμας κυριολεκτικά στην τελευταία φάση του αγώνα έδωσε τη νίκη 2-0 στην Άρσεναλ μέσα στο «Άνφιλντ». Και μαζί τον τίτλο στους «κανονιέρηδες» που είχαν τους ίδιους βαθμούς και διαφορά τερμάτων από την αντίπαλο τους αλλά πέτυχαν περισσότερα γκολ.
Το απροσδόκητο αντίο
Τη σεζόν 89-90 η Λίβερπουλ κατέκτησε για 3η και τελευταία φορά το πρωτάθλημα με τον Νταλγκλίς στον πάγκο όμως η αντίστροφη μέτρηση για το τέλος της πρώτης του θητείας εκεί είχε αρχίσει καθώς ποτέ δεν μπόρεσε ο ίδιος να ξεπεράσει την οδύνη της τραγωδίας στο γήπεδο του Σέφιλντ εκείνο το τρομακτικό για το παγκόσμιο ποδόσφαιρο απόγευμα του Απρίλη του 1989. Και έτσι εντελώς απροσδόκητα στις 22 Φλεβάρη του 1991 (με την ομάδα πρώτη στη βαθμολογία στο πρωτάθλημα και ..ζωντανή στο κύπελλο) ανακοίνωσε φανερά εξουθενωμένος το ότι έκρινε σκόπιμο να …περπατήσει μόνος προς την πόρτα της εξόδου του θρυλικού «Άνφιλντ» αφήνοντας ορφανό το σωματείο που από τότε έμελλε σχεδόν μόνιμα να μην μπορέσει να επιστρέψει στο σωστό δρόμο των επιτυχιών στις οποίες είχε συνηθίσει τις δύο προηγούμενες δεκαετίας.
Ο απολογισμός του ήταν 515 παρουσίες και 172 γκολ με την ομάδα την οποία οδήγησε από τον πάγκο σε 307 ματς και πανηγύρισε μαζί της υπό τις δύο ιδιότητες 8 πρωταθλήματα, δύο κύπελλα, τρία Πρωταθλητριών , 4 Λιγκ Καπ , 1 Σούπερ Καπ Ευρώπης και 5 Τσάριτι Σιλντ. Εκτός από το βραβείο των συναδέλφων του ποδοσφαιριστών τιμήθηκε και δις με το ανάλογο από πλευράς Ένωσης Άγγλων Ποδοσφαιρικών Συντακτών ( 1979, 1983) και τέσσερις με εκείνο της Ένωσης προπονητών (1985/86, 1987/88, 1989/90, 1994/95).
Οκτώ μήνες μετά την φυγή του όμως απάντησε θετικά στην πρόσκληση – πρόκληση από τον ιδιοκτήτη της Μπλάκμπερν μεγιστάνα της χαλυβουργίας Τζακ Γουόκερ για να αναλάβει, διαδεχόμενος τον Ρον Άτκινσον, την ομάδα την οποία αμέσως οδήγησε στην άνοδο στην κορυφαία κατηγορία του αγγλικού ποδοσφαίρου (με νίκη 1-0 επί της Λέστερ στον τελικό των πλέι-όφ) .
Έγραψε ιστορία και με τη Μπλάκμπερν
Με το «αφεντικό» να του προσφέρει πακτωλό χρημάτων μπόρεσε τα επόμενα χρόνια να ενισχύσει την ομάδα με σπουδαία αστέρια όπως οι Άλαν Σίρερ, Τιμ Φλάουερς και Ντέιβιντ Μπάτι και την οδήγησε στην 2η θέση τη σεζόν 1993-94 πίσω από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.
Το καλοκαίρι του 94 καταρρίπτοντας ξανά το ρεκόρ μεταγραφής (5 εκατομμύρια στερλίνες) για την απόκτηση του Κρις Σάτον από τη Νόριτς η ομάδα έπεσε στο νήμα μαζί με εκείνη του σερ Άλεξ Φέργκιουσον για την κατάκτηση του τίτλου. Αμφότερες έπαιζαν την τελευταία αγωνιστική εκτός έδρας και ναι μεν εκείνη του Νταγκλίς ηττήθηκε στο «Άνφιλντ» από τη Λίβερπουλ αλλά την ίδια ώρα η Γιουνάιτεντ δεν μπόρεσε να νικήσει στο Λονδίνο τη Γουέστ Χαμ και έτσι ο Σκωτσέζος έγινε ο μόλις 3ος (μετά τους θρυλικούς Χέρπερτ Τσάμπαν με τις Άρσεναλ και Χάντερσφιλντ τη δεκαετία του 1930 και Μπράιαν Κλαφ με τις Ντέρμπι και Νότιγχαμ εκείνη του 1970) και τελευταίος μέχρι σήμερα τεχνικός που έχει κερδίσει το πρωτάθλημα με δύο διαφορικά σωματεία.
Λίγες εβδομάδες αργότερα (25 Ιουνίου του 1995) προβιβάστηκε σε ποδοσφαιρικό διευθυντή της Ρόβερς που υπό τις οδηγίες του διαδόχου του Ρέι Χάρφορντ όμως πήρε την κατιούσα.
Στις 14 Γενάρη του 1997 προσελήφθη προπονητής στη Νιουκάστλ υπογράφοντας συμβόλαιο 3,5 ετών διαδεχόμενος τον …Κέβιν Κίγκαν. Παρέλαβε μία ομάδα πλούσια σε ταλέντο που ήταν 4η στη βαθμολογία και την έφερε τελικά στη 2η θέση πίσω από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ αλλά εξασφαλίζοντας το εισιτήριο της για την προσεχή έκδοση του Τσάμπιονς Λιγκ. Όμως η αμέσως επόμενη σεζόν είδε τις «καρακάξες» να κατρακυλούν στην 13η θέση και παρόλο ότι προκρίθηκαν στον τελικό του κυπέλλου (όπου ηττήθηκαν από την νταμπλούχο τότε Άρσεναλ) ο ιδιοκτήτης του σωματείου του αγγλικού Βορρά προχώρησε στην απόλυση του Σκωτσέζου τεχνικού που έμεινε μόλις 20 μήνες στον πάγκο της Νιουκάστλ και τον διαδέχθηκε ο Ρούουντ Γκούλιτ.
Τον Ιούνιο του 1999 επέστρεψε στην αρχική του βάση καθώς διορίστηκε Διευθυντής ποδοσφαίρου της Σέλτικ με προπονητή τον πρώην αστέρα του στη Λίβερπουλ Τζον Μπαρνς. Και μετά την απόλυση του οποίου τον Φλεβάρη της επόμενης σεζόν κάθισε στον πάγκο των «Καθολικών» οδηγώντας τους στην κατάκτηση του κυπέλλου Σκωτίας με νίκη επί της Αμπερντίν 2-0 στον τελικό. Λίγο αργότερα εγκατέλειψε το σωματείο της Γλασκώβης παραχωρώντας τη θέση του στον Μάρτιν Ο’ Νιλ.
Από τότε το όνομα του έχει συνδεθεί με ουκ ολίγους πάγκους ανάμεσα στους οποίους και εκείνος της Λίβερπουλ (το Μάιο του 2004 πριν από την επιλογή Μπενίτεθ) όσο και της εθνικής ομάδας της Σκωτίας της οποίας παραμένει μέχρι σήμερα όχι μόνον ο ρέκορντμαν συμμετοχών με 102 αλλά και πρώτος σκόρερ με 30 τέρματα (όσα έχει και ο επίσης θρυλικός Ντένις Λόου).
Τον Απρίλιο του 2009 ο Μπενίτεθ του πρόσφερε θέση στην ακαδημία του σωματείου και η επιστροφή του επισημοποιήθηκε στις 3 Ιουλίου του 2009. Όταν ο Ισπανός τεχνικός αποχώρησε τον περασμένο Ιούνιο για την Ίντερ το σωματείο του Μέρσισαϊντ ζήτησε τη βοήθεια του πλέον πρεσβευτή του Νταλγκλίς για την ανεύρεση του αντικαταστάτη του πρώτου. Ουκ ολίγοι στις τάξεις του «Κοπ» ζητούσαν να είναι αυτός που θα επιλεγεί για το ρόλο τον οποίο κέρδισε , προσωρινά όπως αποδείχθηκε σήμερα, ο Ρόι Χόντγκσον.
Και πλέον από το μεσημέρι της 8ης Ιανουαρίου του 2011, ο άνθρωπος που το 2009 το περιοδικό FourFourTwo ανακήρυξε κορυφαίο μεταπολεμικό στράικερ στη Βρετανία και τοποθέτησε στην πρώτη θέση της λίστας των «100 παικτών οι οποίοι έχουν συγκλονίσει το «Κοπ» και την ίδια χρονιά τιμήθηκε με τον τίτλο του ΜΒΕ από τη Βασίλισσα της Αγγλίας γυρίζει στον τόπο τόσων και τόσων θριάμβων δικών του και του σωματείου. Για να συμβάλει το ταχύτερο δυνατόν στο φινάλε της κατηφόρας των «κόκκινων» και της επιστροφής το συντομότερο στο δρόμο προς τον τίτλο του πρωταθλητή. Και ποιος καλύτερος τρόπος από μία επιτυχημένη αρχή στο σπίτι του αντίπαλου δέους που ακούει στο όνομα Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ;