Λισάντρο Μαρτίνες: Ποδοσφαιρικοί «γίγαντες» μικρού μεγέθους!

Ποιος είπε ότι οι βραχύσωμοι σέντερ μπακ δεν διακρίνονται; Mε αφορμή τον Λισάντρο Λόπεζ και την εμπιστοσύνη της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στο πρόσωπό του, θυμόμαστε περιπτώσεις όπου κορυφαίοι σύλλογοι επένδυσαν σε κεντρικούς αμυντικούς-«τσέπης» και δικαιώθηκαν.

Λισάντρο Μαρτίνες: Ποδοσφαιρικοί «γίγαντες» μικρού μεγέθους!

Το ‘πε και το ‘κανε ο Έρικ Τεν Χαγκ. Στο Μάντσεστερ συνάντησε καταστάσεις και πρόσωπα με τα οποία δεν ήταν σύμφωνος και ως εκ τούτου, θέλησε να βάλει τη δική του, γνώριμη «πινελιά» στο ρόστερ που προπονεί και για το οποίο θα κριθεί. Για το λόγο αυτό, έδωσε τα «κλειδιά» της αμυντικής γραμμής στο Λισάντρο Μαρτίνεζ, ελπίζοντας να μπορέσει να απαλύνει την ανοιχτή πληγή στα μετόπισθεν.

Στεγανά στο σύγχρονο ποδόσφαιρο δεν υπάρχουν. Και τα παραδείγματα είναι πολλά. «Ψεφτοεννιάρια», πλάγιοι μπακ που αναδεικνύονται πρώτοι στις τελικές πάσες, ακραίοι επιθετικοί που πατάνε περιοχή και σκοράρουν πιο πολύ και από σέντερ φορ. Σε αυτό το σκεπτικό ποντάρει και ο Ολλανδός τεχνικός, επιλέγοντας για το κέντρο της άμυνας έναν αθλητή του 1,75 μέτρων. Το BN Sports επιχειρεί να μπει στο μυαλό του Τεν Χαγκ, «ανασύροντας» ηγέτες που δεν είχαν και το πρώτο μπόι.

 

 

Φράνκο Μπαρέζι

Ο ορισμός του ηγέτη. «Αρχοντικός», επιδραστικός. Στο πλάι του γαλουχήθηκαν οι κορυφαίοι του είδους. Μαλντίνι, Κοστακούρτα, Νέστα, οι οποίοι έμαθαν από τον «μαέστρο». Η θέση του λίμπερο δεν φτιάχτηκε για εκείνον αλλά σίγουρα απογειώθηκε από τον Ιταλό. Αγωνιζόταν πίσω από όλους, για να βλέπει γήπεδο και να «καθαρίζει» ό,τι περνούσε. Ήταν η τελευταία γραμμή άμυνας, μια ελπίδα πριν συμβεί το μοιραίο. Ένας ήρωας που με ένα του σωτήριο τάκλιν ή μια υπερπροσπάθεια της ύστατης στιγμής, «καθάριζε τη μπουγάδα».

Μικρός στο δέμας για αμυντικός (1,76μ.) όμως κάλυπτε με το μυαλό του την όποια σωματική αδυναμία. Κυριότερό του χαρακτηριστικό, η πρόληψη. Ο Μπαρέζι κατάφερνε εν πολλοίς να προβλέψει την εξέλιξη του παιχνιδιού πριν αυτό εξελιχθεί. Είχε την ικανότητα να «διαβάζει» τις φάσεις και να κινείται στις ανάλογες θέσεις για να προλαμβάνει το «κακό». Είχε επενδύσει στο δυνατό του κορμί, το οποίο δε φοβόταν να βάλει στη «φωτιά» αν χρειαζόταν. Με αυτά, καθώς και την ικανότητα του να οργανώνει το επιθετικό κομμάτι της Μίλαν και της «Σκουάντρα Ατζούρα», μεγαλούργησε και μετέτρεψε το όποιο του μειονέκτημα (παιχνίδι στον αέρα) σε πλεονέκτημα. Για αυτό άλλωστε ήταν βασικός και αναντικατάστατος και με τις δυο φανέλες (714 και 81 συμμετοχές αντίστοιχα).

Φάμπιο Καναβάρο

Το ball boy από τη Νάπολη που εκπλήρωσε όλα του όνειρα και ακόμα παραπάνω. Τα πρώτα του βήματα στον ιταλικό Νότο και τα οικονομικά προβλήματα στην μετά-Μαραντόνα εποχή, τον οδήγησαν στην Εμίλια-Ρομάνα και την Πάρμα. Εκεί που καθιερώθηκε στις συνειδήσεις πολλών ως ένας από τους πιο διακεκριμένους κεντρικούς αμυντικούς της κορυφαίας τότε Serie A.

Ψηλό δεν τον έλεγες σε καμία περίπτωση. Ήταν ένας σκληροτράχηλος αμυντικός, προσωποποίηση αυτού που πρέσβευε το ιταλικό ποδόσφαιρο στη θέση του, την εποχή εκείνη. Οι Ίντερ και Γιουβέντους τον ήθελαν παθιασμένα, και τον έκαναν δικό τους, διότι διέφερε από τους υπόλοιπους. Ένας σέντερ μπακ top-class που έκανε ό,τι χρειαζόταν στο γήπεδο για να κάνει δύσκολη τη ζωή του αντίπαλου επιθετικού. Επιστέγασμα της ποιότητας του, οι 136 παρουσίες με το εθνόσημο, η κατάκτηση του Μουντιάλ το 2006, με εκείνον φυσικά αρχηγό και η Χρυσή Μπάλα τη χρονιά εκείνη. Ο τρίτος και τελευταίος των «Μοϊκανών» που την κατακτά μετά τους Μπεκενμπάουερ και Ζάμερ.

Κάρλες Πουγιόλ

«Ευτυχώς η επιμονή είναι ένα τέλειο υποκατάστατο για το ταλέντο» έχει πει ο Στιβ Μάρτιν. Μια φράση που αντιπροσωπεύει πλήρως τον εμβληματικό Κάρλες Πουγιόλ. Δεν είχε τη φινέτσα των Τσάβι, Ινιέστα, Μέσι και άλλων της μυθικής Μπαρτσελόνα. Ούτε προσποιήθηκε όμως ότι την είχε. Έκανε στο γήπεδο αυτά που ήξερε καλά. Κατέθετε και την ψυχή του για τους «Μπλαουγκράνα» και την Εθνική Ισπανίας και ευτυχώς είχε μεγάλη.

Ένας «διψασμένος» μαχητής. Αμυντικός «παλιάς κοπής», μιας και τα αγωνιστικά και μη στοιχεία του, δε τα συναντούσε κανείς στο millennium. «Πολεμιστής» με υψηλό το αίσθημα της αυτοθυσίας. Δεν έβαζε το «εγώ» του πάνω από το «εμείς». Mes que un club δηλαδή. Ένας αφανής ήρωας που αρνιόταν να χάσει.

Και στην περίπτωσή του, το ύψος του δεν ήταν από τα δυνατά του χαρακτηριστικά αλλά το πάθος του για τη φανέλα, με την οποία μέτρησε κοντά στα 55 χιλιάδες λεπτά επίσημων συμμετοχών, καθώς και η αμυντική του προσήλωση, τον καθιστούν έναν από τους σπουδαιότερους.

Πηγή: https://www.bnsports.gr