Φανέλες με αριθμούς στην πλάτη: Το ματς που άλλαξε το ποδόσφαιρο για πάντα...

Η αρίθμηση στις φανέλες στο ποδόσφαιρο ανήκει στον πρώτο αληθινά μεγάλο προπονητή που ανέδειξε το άθλημα, τον Χέρτμπερτ Τσάπμαν. Τον πατέρα του WM (3-2-2-3), τον πρώτο άνθρωπο που πήρε τρία σερί πρωταθλήματα στην Αγγλία στον πάγκο της Χάντερσφιλντ (αν και  ο ίδιος  στην τρίτη σεζόν είχε φύγει για την Άρσεναλ, πιστώνεται τον τίτλο) και εκεί που πήγε άλλαξε τις τύχες και της Άρσεναλ. Μετακινούμενος εκεί, έφτιαξε  την υπερομάδα της δεκαετίας του ‘30 για τους «κανονιέρηδες», αλλά ένα παιχνίδι  το καλοκαίρι του 1928 που η Άρσεναλ αντιμετώπιζε την Σέφιλντ Γουένσντεΐ, έφερε την επόμενη εποχή. Με τη γηπεδούχο να φοράει  από το ένα έως το 11, και τους παίκτες της Σέφιλντ από το 12 έως το 22, το ποδόσφαιρο άλλαζε εκείνη τη μέρα για πάντα.

Φανέλες με αριθμούς στην πλάτη: Το ματς που άλλαξε το ποδόσφαιρο για πάντα...

Γράφει ο Maverick

Ο Τσάπμαν θεωρείται πως ήταν πολλά χρόνια μπροστά από την εποχή του. Δούλεψε σκληρά για να βελτιώσει  το προφίλ της Άρσεναλ, σκεπτόμενος  την άνεση των θεατών στο γήπεδο του Χάιμπουρι, με την έκδοση προγράμματος με τις συνθέσεις, ώστε ο κόσμος να αναγνωρίζει ποιοι είναι οι παίκτες στο γήπεδο, ενώ έπεισε τις συγκοινωνίες του Λονδίνου να αλλάξουν το όνομα του πλησιέστερου σταθμού του μετρό από «Γκιλέσπι Ρόουντ» σε «Άρσεναλ» το 1932.

Η ιδέα του ήταν πολύ απλή. Έλεγε πως με το Λονδίνο τα επόμενα 50 χρόνια να αναπτύσσεται διαρκώς, η ομάδα θα γινόταν παγκόσμια αναγνωρίσιμη, κάτι που φυσικά συνέβη! Ο Τσάπμαν ήταν επίσης μεγάλος καινοτόμος και εισήγαγε απλές αλλά σημαντικές αλλαγές, όπως η διεξαγωγή  αγώνων με προβολείς, ώστε τα μεσοβδόμαδα ματς να αρχίζουν αργά και να μπορεί κάποιος που δουλεύει να πάει στο γήπεδο, ενώ εισήγαγε τη χρήση  καουτσούκ στα παπούτσια.

Τραβούσε σε φιλμ, αν και ήταν πανάκριβο τότε,  τα ματς της ομάδας του, αλλά και τις προπονήσεις, για να δείχνει στους παίκτες τα λάθη τους! Γενικά, ήταν ένας άνθρωπος που έβλεπε πολύ στο μέλλον. Καμία από αυτές τις ιδέες έγινε αποδεκτή ως πρότυπο, μέχρι μετά τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά ο Τσάπμαν ήταν καθοριστικός στην ανάπτυξη του υψηλού προφίλ στο άθλημα  που γνωρίζουμε σήμερα.

Η ιστορία του Τσάπμαν είναι ξεκάθαρα το πώς  το αγγλικό ποδόσφαιρο ωρίμασε. 
Ο Τσάπμαν πέθανε αιφνίδια στην οδό Χάσλεμαρ 6, στις 6 Ιανουαρίου του 1934, λίγο πριν από τα 56α γενέθλιά του, από πνευμονία.  Την εποχή του θανάτου του, η Άρσεναλ ήταν στην κορυφή της βαθμολογίας και ήταν πια  διάσημη. Έγινε η δεύτερη ομάδα στην ιστορία του αγγλικού πρωταθλήματος που κατακτούσε τρεις φορές σερί τον τίτλο και συνολικά τέσσερις σε επτά χρόνια, και όλοι αποδέχονται ως δουλειά του Τσάπμαν αυτή την επιτυχία.

Οι αριθμοί κυμαίνονταν  από το ένα έως το 11 τα επόμενα χρόνια στις φανέλες και οι θέσεις ορίζονταν από αριθμούς: αν έπαιζε κάποιος  ως «οκτώ», σήμαινε ότι ήταν  δεξιός εσωτερικός μέσος. Αν έπαιζε ως επτά ή ως 11 , ήταν δεξιός ή αριστερός εξτρέμ, και αν έπαιζε με το πέντε  ήταν  κεντρικός αμυντικός στην Ευρώπη και κεντρικός μέσος στην Αργεντινή, όπου αυτός ο αριθμός αντιπροσωπεύει επίσης μια ιεραρχία. Η διαφορά πηγάζει από το γεγονός ότι όταν η ομάδα πέρασε από άμυνα δύο ατόμων σε άμυνα τριών ατόμων, ο κεντρικός μέσος μετακινήθηκε πίσω στην Ευρώπη.  Εξ’ ου και η αρίθμηση 2-5-3 για αυτήν τη γραμμή, ενώ η Αργεντινή απέσυρε τον δεξιό μέσο, αριθμώντας την άμυνα ως 4-2-3.


Με τη «γέννηση» της Premier League, οι Άγγλοι αποφάσισαν το 1992-93  να ορίσουν έναν σταθερό αριθμό σε κάθε παίκτη, όπως είχε γίνει ήδη από τη δεκαετία του ‘50 στα Παγκόσμια Κύπελλα. Η παλιά ταύτιση του αριθμού και της λειτουργίας χάθηκε. Ωστόσο, όταν μιλάμε για «εννιάρι», εξακολουθούμε να αναφερόμαστε σε κάποιον όπως ο Χάαλαντ ή ο Λεβαντόφσκι. Ανεξάρτητα από τον αριθμό τους, λέμε πως παίζουν «ως εννιάρι».

Και τώρα, όταν πρόκειται πούμε για κάποιον χαφ πως είναι επιτελικός ή ηγέτης, τον λέμε δεκάρι. Αυτό προέκυψε από τον Πελέ στο Παγκόσμιο Κύπελλο το 1958, όπου είχε ξεχάσει η Βραζιλία να σηκώσει στη FIFA αριθμούς πριν την έναρξη, και δόθηκαν τελικά  οι αριθμοί με βάση τα ονόματα αλφαβητικά. Ο γκολκίπερ Γκίλντα πήρε το τρία  και ο νεαρός Πελέ πήρε το 10. Η «έκρηξη» σε εκείνο το Μουντιάλ της παρουσίας του σε ηλικία πριν τα 18, «εκτόξευσε»  και τη μυθική σημασία του αριθμού με την φανέλα «10», που μελλοντικά θα την φορούσαν σχεδόν όλοι οι μεγάλοι σταρ. 

Μία ξεχωριστή φανέλα είναι αυτή με το νούμερο «14», αυτό που φορούσε ο Κρόιφ τις ημέρες του μεγάλου Άγιαξ των ‘70s. Έπειτα, η UEFA απαγόρευσε να φορούν οτιδήποτε εκτός από ένα έως 11 οι ομάδες, και ο Κρόιφ στην Μπαρτσελόνα πήρε το «9» αλλά ως αριθμός το «14» έμεινε στο υποσυνείδητο σε όλους ως… δική του. 

Ο Γιαμάλ πήρε τώρα στην Μπαρτσελόνα το «10», το οποίο επί χρόνια είχε ο Μέσι, που κάποτε φορούσε και το «30» και έπειτα το «19». Ο Μέσι πήρε  το «10», ως διάδοχος του Ροναλντίνιο, και στην Μπαρτσελόνα ο αριθμός έχει μεγάλη σημειολογία πάντα.

Το νούμερο «10» στην ιστορία του ποδοσφαίρου έχει μείνει συνυφασμένο με τεράστια ονόματα. Αν θέλετε και πριν από τον Πελέ, αφού ο περίφημος Λεόνιντας αυτό φόρεσε το 1938, αλλά φυσικά αυτά που έκανε το «μαύρο διαμάντι» το 1958, μυθοποίησαν τον αριθμό. 

Για να αναφέρουμε μόνο μερικούς, ο Μαραντόνα, ο Ζίκο, ο Πλατινί  ο Ζιντάν ο Μπάτζιο ο Ροναλντίνιο και ο Μέσι έχουν συνδυάσει την εικόνα και το όνομα τους με το «10». 

«Οι αριθμοί κυβερνούν το σύμπαν», είπε κάποτε ο Πυθαγόρας, και αυτή η φράση σήμερα, μπορεί να είναι εξίσου σημαντική με τότε. Οι αριθμοί στις φανέλες, μία ιδέα ενός ανθρώπου πριν σχεδόν 100 χρόνια που άλλαξε το ποδόσφαιρο. Και  μπορεί να φτάσαμε στο να υπάρχουν αριθμοί μέχρι και το «99» στις φανέλες, αλλά οποιοσδήποτε αριθμός από το ένα έως το 11 έχει άμεση συνειρμική σχέση με αρχική ενδεκάδα... Τουλάχιστον, για αυτούς με τους οποίους μεγαλώσαμε στις προηγούμενες  δεκαετίες.