Tο «μαύρο κουτί»

Η επόμενη μέρα της συντριβής από τους Γερμανούς, βρήκε την Αγγλία να μετρά τις πληγές της, μετά από ακόμη ένα Παγκόσμιο Κύπελλο. Πριν από κάθε μεγάλη διοργάνωση, τα «Λιοντάρια», αντιμετωπίζονται ως ένα από τα φαβορί. Κατά τη διάρκειά της όμως, φροντίζουν να διαψεύδουν τα προγνωστικά, συνήθως εγκαταλείποντας τη… μάχη με σκυμμένα κεφάλια.

Tο «μαύρο κουτί»

Ειδικά αυτή τη φορά η ομάδα του Καπέλο έδειχνε ικανή να κάνει τη διαφορά. Να κάνει το βήμα μπροστά, αγνοώντας το παρελθόν. Βοηθούσε σε αυτή την εκτίμηση η «χρυσή γενιά» και ο Δον Φάμπιο. Η Αγγλία πάντοτε είχε μεγάλα αστέρια στη σύνθεσή της και ανά διαστήματα σπουδαίους προπονητές. Αυτή ρη φορά όμως το ταλέντο… ξεχείλιζε. Δεν υπήρχαν απλώς κορυφαίοι παίκτες (Α. Κόουλ, Μπάρι, Ντεφόε, Τ. Κόουλ, Μίλνερ), αλλά και παίκτες γεννημένοι νικητές (Τέρι, Λάμπαρντ, Φέρντιναντ, Τζέραρντ, Ρούνεϊ), οι περισσότεροι αρχηγοί σε ομάδες που κάνουν πρωταθλητισμό και έχουν κατακτήσει σχεδόν τα πάντα.

Επίσης, στον πάγκο τους καθόταν ένας προπονητής-θρύλος. Ο Φάμπιο Καπέλο σε συλλογικό επίπεδο, όπου και αν πήγε κέρδισε τίτλους, αλλά κυρίως το σεβασμό. Η δε ιταλική του φιλοσοφία ενέτεινε την πεποίθηση, ότι αυτή η ξεχωριστή φουρνιά θα γινόταν πρωτίστως ΟΜΑΔΑ, υπό τις οδηγίες του.

Κι όμως, δεν έχουμε καν φτάσει στη φάση των προημιτελικών και η Αγγλία είναι ήδη μακριά από τη Νότιο Αφρική. Η ήττα με 4-1 από τη Γερμανία έστειλε τα «Λιοντάρια» πίσω στο Νησί και αφού η ένταση της «επόμενης μέρας» άρχισε να καταλαγιάζει, ήρθε η ώρα να ανοίξουμε το «μαύρο κουτί» της νέας…καταστροφής.

Υπερβολικές απαιτήσεις. Η υπεροπτική διάθεση με την οποία οι Άγγλοι αντιμετωπίζουν τα πάντα υπερμεγεθύνεται στο ποδόσφαιρο. Το γεγονός πως είναι οι εφευρέτες του αθλήματος για χρόνια τους έκανε να μην συμμετέχουν καν στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Η Ουγγαρία του Πούσκας μπορεί να βοήθησε να αλλάξει αυτό, όμως ίχνη της υπεροψίας τους συνοδεύουν κάθε φορά την εθνική ομάδα. Τα «Λιοντάρια» πρέπει διαρκώς να νικούν και οτιδήποτε λιγότερο από το Κύπελλο είναι αποτυχία. Αυτή η αντίληψη «βαραίνει» κάθε φορά τα πόδια των διεθνών και τους γεμίζει άγχος. Ειδικά αυτή τη φορά οι χαρακτηρισμοί περί «χρυσής γενιάς», διόγκωσαν το πρόβλημα. Όλα αυτά μάλιστα, για μια χώρα που το μόνο που έχει να επιδείξει είναι μια κατάκτηση Μουντιάλ και αυτή το μακρινό 1966.

Τζέραρντ-Λάμπαρντ. Δύο σπουδαίοι παίκτες, με τεράστια συλλογική καριέρα και σπουδαία αγωνιστικά προσόντα. Δυο κορυφαία κεντρικά χαφ που θα έπαιζαν βασικοί σε οποιοδήποτε σύλλογο και σε οποιαδήποτε εθνική ομάδα. Οι ομοιότητές τους όμως εντός γηπέδου, δυσκολεύουν την συνύπαρξή τους στην ίδια εντεκάδα. Η «ευλογία» να διαθέτεις δυο τέτοιους σπουδαίους ποδοσφαιριστές, μετατρέπεται σε «κατάρα» όταν αναγκάζεται ο ένας από αυτούς να γίνεται δεξί εξτρέμ ή δεύτερος επιθετικός. Δυστυχώς ούτε ο Καπέλο κατάφερε να τους χωρέσει αρμονικά στην ίδια ομάδα και να βρει συγκεκριμένους ρόλους για τον καθένα. Ούτε τόλμησε να δοκιμάσει να αφήσει τον ένα στον πάγκο.

Κακό κλίμα. Τα προβλήματα στις σχέσεις μεταξύ των παικτών, διατάραξαν αρκετές φορές το κλίμα στην ομάδα, πολύ πριν έρθει η ώρα του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Εξαιτίας αυτών, ο Μπριτζ δεν συμμετείχε στην αποστολή και το περιβραχιόνιο του αρχηγού έφυγε από το μπράτσο του Τέρι. Όμως, από ό,τι φάνηκε, αυτό δεν ήταν το μόνο θέμα που υπήρχε. Το γεγονός πως ο Δον Φάμπιο δεν είχε καταφέρει να μετατρέψει αυτό το σύνολο σε ομάδα, αποδείχτηκε περίτρανα μετά τα πρώτα άσχημα αποτελέσματα. Η Αγγλία δεν απέδιδε εντός αγωνιστικού χώρου, αλλά αντί να ψάχνουν το γιατί, άρχισαν να ρίχνουν τις ευθύνες ο ένας στον άλλον. Σίγουρα το επεισόδιο Τέρι-Καπέλο δεν βοήθησε τα «Λιοντάρια» να παίξουν καλύτερα.

Υπερφόρτωση. Η αύξηση των αγώνων -σε παγκόσμιο επίπεδο- έχει επηρεάσει τους ποδοσφαιριστές. Τα τελευταία χρόνια είναι προφανές πως οι περισσότεροι παίκτες φτάνουν στις διοργανώσεις του καλοκαιριού «ξεζουμισμένοι» και με την ελάχιστη δυνατή ενέργεια. Για όσους ειδικά αγωνίζονται στην Πρέμιερ Λιγκ η κατάσταση γίνεται αφόρητη. Τα ματς είναι περισσότερα από οπουδήποτε αλλού και σε ρυθμούς ιδιαίτερα εξαντλητικούς. Τα περιθώρια ξεκούρασης είναι ελάχιστα και αυτό φαίνεται ξεκάθαρα εντός γηπέδου. Ο Ρούνεϊ της Γιουνάιτεντ δεν έχει καμία σχέση με αυτόν της εθνικής. Το ίδιο και ο Λάμπαρντ, ο Τζέραρντ και όλοι οι υπόλοιποι. Ομοίως και ο Ντρογκμπά, ο Παρκ, ο Γιακούμπου και ο Καλού, όμως στους Βρετανούς συμβαίνει με όλους. Όλων οι συμμετοχές υπερβαίνουν κατά πολύ τις 30 και η κούρασή τους είναι κάτι παραπάνω από εμφανής.

Έλλειψη κινήτρου. Η αλήθεια είναι ότι άπαντες στην αποστολή της εθνική έδειχναν αρκετά φιλόδοξοι για το Μουντιάλ της Νοτίου Αφρικής. Όμως όταν είσαι τόσο επιτυχημένος σε συλλογικό επίπεδο, όταν αμείβεσαι με εκατομμύρια λίρες την… εβδομάδα, κάποιες φορές γίνεται δύσκολο να πιεστείς. Όχι ότι δεν επιθυμούσαν να φτάσουν ψηλά και να κατακτήσουν ίσως το μοναδικό τρόπαιο που θα λείψει από την καριέρα τους (τουλάχιστον στους περισσότερους), αλλά πολλές φορές όσο μεγαλύτερο κίνητρο έχεις τόσο μεγαλύτερη προσπάθεια κάνεις. Θυμηθείτε πόσες φορές μια διοργάνωση στιγματίστηκε από παίκτες που ήθελαν να γίνουν γνωστοί ή να αποδείξουν πράγματα. Το προηγούμενο Μουντιάλ κατέκτησε η Ιταλία με πρωταγωνιστή τον Γκρόσο, τον Τζιλαρντίνο και τον Τόνι, που η συλλογική τους καριέρα δεν είχε να επιδείξει κάτι τρομερό, ενώ το 2002 ο Ρονάλντο ήθελε να αποδείξει ότι τα πόδια του αντέχουν ακόμα και βοηθήθηκε σε αυτό από δυο χαφ αγνώστων μέχρι τότε στοιχείων. Τον Ζιλμπέρτο Σίλβα και τον Κλέμπερσον. Ο Μίλνερ μίλησε για αυτοθυσία, όπως και να το πεις όμως, αν δεν είσαι διατεθειμένος να βάλεις τα πόδια στη «φωτιά», τίτλους δεν παίρνεις.

Τραυματισμοί-Διαιτησία. Σε αυτούς τους δύο λόγους στηρίχτηκαν πολλοί Άγγλοι, αλλά όχι οι ποδοσφαιριστές που είναι και οι πρωταγωνιστές. Είναι γεγονός πως αν ο ανεκδιήγητος Λαριόντα δεν είχε ακυρώσει το πεντακάθαρο γκολ του Λάμπαρντ, μπορεί ο αγώνας να είχε διαφορετικό αποτέλεσμα. Όμως με το χέρι στην καρδιά, πιστεύει κανείς ότι με το ποδόσφαιρο που έπαιξε η Αγγλία στο Μουντιάλ, είχε ελπίδες για κάτι καλό;

Τέλος, είναι αποδεκτό ότι ο Φέρντιναντ και ο Μπέκαμ είναι τεράστιες απώλειες (πλέον κυρίως ο πρώτος) για μία ομάδα, η οποία ταλαιπωρήθηκε και κατά την διάρκεια από τραυματισμούς (Κινγκ, Ρούνεϊ). Όμως αυτό δεν είναι πρωτόγνωρο. Η Ολλανδία έχει τον Ρόμπεν, η Γερμανία τον Μπάλακ και η Γκάνα τον Εσιέν. Όλες τους όμως συνεχίζουν στους «8», άρα η δικαιολογία αυτή κάπου εδώ χάνει την «βαρύτητά» της, αν όχι όλο της το νόημα. Πάντως, το γεγονός πως οι ίδιο οι Άγγλοι οι διεθνής, δεν χρησιμοποίησαν αυτούς τους λόγους για να κρυφτούν πίσω από το δάκτυλό τους, δείχνει τον ρόλο τους στο αποτέλεσμα.

TAGS: