ENGLAND365 17.08.2010 | 13.57
Του Χρίστου Χαραλαμπόπουλου
Στον δρόμο για την ολοκλήρωση του κειμένου μπορείς και να το σβήσεις τελείως ή να το αποθηκεύσεις για να το επεξεργαστείς αργότερα. Η τεχνολογία, πλέον, προσφέρει ορισμένες δυνατότητες που δεν τις είχες με τον παλιό τρόπο γραφής. Ετσι, λοιπόν, θύμωσα με αυτά που ξεκίνησα να γράφω, τα έσβησα και ξεκίνησα να γραφω κάτι διαφορετικό, που –μυστηριωδώς;– με ξαναφέρνει από άλλο δρόμο σε εκείνο που έστειλα στον κάδο αχρήστων του υπολογιστή. Είχα ξεκινήσει να γράφω για τις οικονομικές δυσκολίες που θα αντιμετωπίσουν φέτος όλες οι ομάδες της Σούπερ Λίγκας, μια και το ποδόσφαιρο δεν αναπτύσσεται σε κάποιο δοκιμαστικό σωλήνα ώστε να μένει ανεπηρέαστο από εξωτερικές κρίσεις –ιδιαίτερα οικονομικές– όπως αυτή που αντιμετωπίζουμε με οξύτητα φέτος. Πώς θα ρυθμίσουν τα οικονομικά τους οι ομάδες της Σούπερ Λίγκας, πού θα δουν να κόβονται οι χορηγίες των ΔΕΚΟ, να μειώνονται τα εισιτήρια, να μειώνονται οι διαφημίσεις, να έχει περιοριστεί η ρευστότητα στην αγορά;
Το εκνευριστικό είναι ότι αρκετοί στην Ελλάδα δεν θέλουν να καταλάβουν ότι πλέον η οικονομία καθορίζει σε πολύ μεγάλο βαθμό την πρόοδο και την εξέλιξη μιας ομάδας. Τα έχω γράψει πολλές φορές, που είναι σίγουρο ότι το ίδιο θέμα, σε όσες παραλλαγές κι αν παρουσιαστεί, αρχίζει να κουράζει ή να μοιάζει με την ενοχλητική συμπεριφορά ενός συνταξιούχου δάσκαλου, ο οποίος μιλά στους γύρω του σαν να κάνει ακόμα μάθημα σε παιδιά της τετάρτης δημοτικού. «Τέρμα η ελληνική πραγματικότητα», αποφασίζω. Θα γράψω για την Αγγλία σήμερα, μια και είχε η Πρέμιερ Λιγκ πρεμιέρα το σου-κου (πολύ σύντομα, φοβάμαι, ότι έτσι θα γράφεται το Σαββατοκύριακο). Επειδή γράφω πριν από το ματς της Γιουνάιτεντ με τη Νιούκαστλ, ελπίζω να το «καθαρίσαμε» το ματσάκι και να μην κάναμε στην πρεμιέρα το ένα από τα δυο-τρία τσαφ που κάνουμε ετησίως και στέλνουμε κόσμο στον κουβά. Ωραία, λοιπόν. Αγγλία, γκλαμουριά. Το εμπορικότερο πρωτάθλημα του κόσμου με το ακριβότερο τηλεοπτικό συμβόλαιο. Και εκεί που λες «ξέφυγα από τα μαλακά ναρκωτικά», πέφτεις στα «σκληρά». Καθώς παρακολουθούσα την Κυριακή το απόγευμα το παιχνίδι ανάμεσα στη Λίβερπουλ και την Αρσεναλ, προσπαθούσα να φανταστώ πώς θα είναι το μέλλον της ομάδας του Μερσεϊσάιντ, αν βγει ο Αύγουστος και η ομάδα δεν έχει αποκτήσει νέο ιδιοκτήτη. Μια κατρακύλα παρόμοια με αυτή της Λιντς δεν θα μοιάζει καθόλου μακρινή πιθανότητα.
Η Λίβερπουλ, μια ομάδα-σύμβολο για τη σύγχρονη εικόνα και την ιστορία του αγγλικού ποδοσφαίρου, ήταν η μόνη που άντεξε τη σταδιακή οικονομική παρακμή του μεγάλου λιμανιού μετά τη νεοφιλελεύθερη επίθεση της Θάτσερ. Γι' αυτό και γύρω της συγκεντρώθηκε ένα πολύ μεγάλο μέρος του πληθυσμού της πόλης, επειδή επάνω στη φανέλα της ομάδας γινόταν η προβολή ενός λαμπρού παρελθόντος (που είχε περάσει ανεπιστρεπτί), αλλά και ολόκληρης της φιλοσοφίας του «you'll never walk alone». Εκείνο που αρκετοί εδώ στην Ελλάδα δεν έχουν καταλάβει είναι η πραγματική εικόνα που κρύβεται πίσω από το ψεύτικο λούστρο των εκατομμυρίων και του λάιφ στάιλ του σύγχρονου επαγγελματικού ποδοσφαίρου. Τα τρομακτικά ελλείμματα που δημιουργήθηκαν από την απληστία ατόμων και επιχειρήσεων σ' ένα χώρο όπου η «αγορά» λειτούργησε ελεύθερη χωρίς ελέγχους και παρεμβάσεις. Ο Ρίτσαρντ Φούλερ είχε γράψει κάποτε πως «δεν υπάρχει τίποτε σε μια κάμπια που να σε κάνει να πιστεύεις ότι θα εξελιχθεί σε πεταλούδα». Αντιστρέφοντας –ποιητική αδεία– τα λόγια του, μπορώ να ισχυριστώ ότι τις εποχές της λάμψης, των εκατομμυρίων και της «ποδοσφαιρικής ανάπτυξης» δεν υπήρχε τίποτε που να μας προειδοποιούσε για τον κίνδυνο ομάδες όπως η Λίβερπουλ να καταντήσουν άδεια κουκούλια. Η κρίση της Λίβερπουλ είναι κρίση ολόκληρου του οικοδομήματος του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.