Ζήτησε πολλά δίνοντας πολύ λίγα

Η τελευταία μεγάλη στιγμή της εφετινής Τσέλσι, αυτό το… πλιάτσικο στο «Ανφιλντ» πριν μία εβδομάδα με δύο γκολ στα τελειώματα των ημιχρόνων σε συνθήκες απολύτως ανορθόδοξου πολέμου, έμοιαζε με επιβεβαίωση του εφετινού της εαυτού: ήταν η ομάδα που ήξερε πολύ καλά να χαλάει (από) το παιχνίδι (μέχρι τα… πάρτι) των αντιπάλων, αλλά το πλάνο της και ίσως η ποιότητά της δεν έφταναν μέχρι εκεί όπου θα μπορούσε να συνδυάζει το τερπνόν (που είναι το ωραίο ποδόσφαιρο και τα γκολ) μετά του ωφελίμου (δηλαδή τα αποτελέσματα).

Ζήτησε πολλά δίνοντας πολύ λίγα

Είχα πει επανειλημμένα στη διάρκεια της σεζόν από αυτήν εδώ τη γωνιά ότι θεωρούσα την Τσέλσι πρώτο φαβορί. Είχε ατομική ποιότητα εφάμιλλη της Μάντσεστερ Σίτι, αλλά και προσωπικότητα (σε γήπεδο και πάγκο) να ανταποκριθεί στον πρωταθλητισμό, ο οποίος άλλωστε μόνο άγνωστη διαδικασία δεν ήταν, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, σε αυτή την γενιά παικτών που διαθέτει -σε αντίθεση με το άπειρο ρόστερ της Λίβερπουλ. Στο μεγαλύτερο μέρος του πρωταθλήματος, άλλωστε, είχε τις λιγότερες γκέλες «εκτός προγράμματος» και έδειχνε να ελέγχει απόλυτα την κατάσταση.

Όλα αυτά συνέβαιναν μέχρι τα μέσα Μάρτη. Από εκεί και μετά, θα έλεγε κανείς ότι ήταν πια αδύνατο να συνεχίσει αυτή η ομάδα να παίρνει πολλά «δίνοντας» (στην ποιότητα του συγκεκριμένου πρωταθλήματος) λίγα. Το προβλέψιμο ποδόσφαιρό της (αν  εξαιρέσει κανείς το 6-0 επί της Αρσεναλ, όπου και εκεί η ηττημένη έπαιζε από το 17΄με δέκα παίκτες) αποδείχθηκε ανεπαρκές για να της επιτρέψει να συνεχίζει να βρίσκει λύσεις.
Ο Ζοζέ Μουρίνιο, επιλέγοντας να ρίξει μεγαλύτερο βάρος στο Τσάμπιονς Λιγκ, προτίμησε να δημιουργήσει μια ομάδα που γινόταν όλο και πιο «σφιχτή», όλο και πιο… αντιτουριστική, ώστε να ανταποκρίνεται αποτελεσματικά στις ειδικές αποστολές που προκύπτουν τα βράδια της Τρίτης και της Τετάρτης. Αλλά με τον Αζάρ να παίρνει σε υπερβολικό βαθμό πάνω του τη δημιουργία και με την επιθετική γραμμή (Ετό, Τόρες, Μπα) να σκοράρει το ένα τρίτο των γκολ που έχει σημειώσει η αντίστοιχη της Λίβερπουλ (Σουάρες, Στάριτζ, Στέρλινγκ) το σύστημα αργά ή γρήγορα θα… μπούκωνε.

Για να πάρεις ένα πρωτάθλημα, είναι πολύ περισσότερα τα ματς που πρέπει να κερδίσεις από αυτά που αρκεί να μη χάσεις. Ο Πορτογάλος αγνόησε αυτή τη βασική αρχή και πορεύθηκε εντός και εκτός Αγγλίας με ένα πλάνο που, όπως είχα γράψει κάπου στα Χριστούγεννα, μας χαλούσε το… πάρτι αλλά δικαίωνε τον ίδιο. Όταν, όμως, έπαψε να αποδίδει, δεν υπήρχε «plan Β» και η Τσέλσι βρέθηκε να χάνει μέσα σε ενάμιση μήνα, από την ήττα στο Βίλα Παρκ με το αυτογκόλ του Τέρι μέχρι το 1-3 από την Ατλέτικο, όλα αυτά που έδειχνε ότι μπορούσε να τα χωρέσει κάτω από την ίδια μασχάλη.

Το μόνο που κατάφερε, ήταν να εκτρέψει από τις ράγες του το… κόκκινο τρένο του Ανφιλντ. Πριν και μετά, στις πανωλεθρίες του Στάμφορντ Μπριτζ με Σάντερλαντ και Ατλέτικο και στην ισοπαλία με τη Νόριτς, επιβεβαίωσε ότι είχε στερέψει από τις δυνάμεις, τις ιδέες και την πίστη που χρειάζεσαι για φτάσεις στις δύο μεγάλες κορυφές της Αγγλίας και της Ευρώπης. Ακόμα και όταν προηγήθηκε στη ρεβάνς της περασμένης Τετάρτης και όλοι πιστέψαμε ότι ο πανούργος Πορτογάλος είχε βρει τον τρόπο να «κλέψει» άλλο ένα παράσημο καριέρας -δηλαδή τη συμμετοχή σε έναν ακόμα τελικό και ίσως την κατάκτησή του- ήρθε η… απάντηση του ποδοσφαίρου.

Όταν έχεις νικήσει τέσσερις φορές τη Σίτι και τη Λίβερπουλ και έχεις πάρει 12 βαθμούς από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, την Τότεναμ και την Αρσεναλ, πρέπει να νιώθεις πολύ ηλίθιος τερματίζοντας τρίτος. Και ειδικά από τον Ζοζέ Μουρίνιο δεν θα περίμενε κανείς μια τόσο μεγάλη τρύπα στο νερό.