Ένας θρυλικός Ολλανδός... εδάφους!
Όταν ζήτησαν από τον Τιερί Ανρί να κατονομάσει τον καλύτερο συμπαίκτη που είχε καθ’όλη τη διάρκεια της πλούσιας καριέρας του, εκείνος προσπέρασε τους Ζινεντίν Ζιντάν, Ροναλτίνιο, Λιονέλ Μέσι και τόσους άλλους θρύλους και με περισσή σιγουριά επέλεξε τον Ντένις Μπέργκαμπ. Το england365.gr εύχεται στον παλαίμαχο σταρ της Άρσεναλ για τα 46α γενέθλιά του!
Το έχει το όνομα!
Γεννήθηκε μια μέρα σαν σήμερα το 1969. Ο πατέρας του έπαιζε ποδόσφαιρο ερασιτεχνικά και επέλεξε να δώσει στο γιο του το όνομα του σέντερ φορ της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ που μεσουρανούσε εκείνη την εποχή, Ντένις Λόου. Από ότι φαίνεται ο μικρός Ντένις δεν πήρε μόνο το όνομα από τον Λόου αλλά και τη χάρη, καθώς μερικά χρόνια αργότερα θα φόρτωνε και αυτός με τη σειρά του τα αντίπαλα δίχτυα με εκατοντάδες γκολ! Μετά το τέλος της καριέρας τους πάντως και οι δύο πήραν την ύψιστη τιμή που μπορεί να λάβει ένας αθλητής από ένα σύλλογο: οι μορφές τους έχουν αποτυπωθεί σε αγάλματα και κοσμούν τον περιβάλλοντα χώρο του «Όλντ Τράφορντ» και του “Emirates” αντίστοιχα…
Η ζωή πριν το Λονδίνο
Όπως κάθε παιδί του Άμστερνταμ που έχει έφεση στο ποδόσφαιρο, έτσι και ο Μπέργκαμπ, βρέθηκε στις ακαδημίες του Άγιαξ από πολύ μικρή ηλικία. Έτσι από τα δώδεκα του, άρχισε να προπονείται στις περίφημες ακαδημίες του «Αίαντα», για να πάρει το βάπτισμα του πυρρός στην ανδρική ομάδα σε ηλικία δεκαεπτά ετών, όταν ο τεράστιος Γιόχαν Κρόιφ ξεχώρισε το ταλέντο του και τον ενσωμάτωσε στην πρώτη ομάδα. Από το 1991 ως το 1993 έγινε έβγαινε συνεχώς πρώτος σκόρερ στο ολλανδικό πρωτάθλημα, γεγονός που έγινε διαβατήριο για μία μεγάλη μεταγραφή.
Επόμενος σταθμός ήταν η Ίντερ. Όπως ο Λόου είχε φύγει από το Νησί για να αγωνιστεί την Ιταλία για την Τορίνο, έτσι και ο άνθρωπος που πήρε το όνομα του από τον Σκωτσέζο δοκίμασε την τύχη του στα ιταλικά γήπεδα. Η πορεία τους πάντως δεν έθελξε τα ιταλικά πλήθη καθώς αμφότεροι δεν κατάφεραν να προσαρμοστούν στον τρόπο ζωής και σχετικά γρήγορα ζήτησαν να αποχωρήσουν. Ο Ολλανδός, φόρεσε για δύο χρόνια τη φανέλα των «νερατζούρι» χωρίς να καταφέρει να πιάσει την απόδοση που είχε στον Άγιαξ. Ήταν μάλιστα τόσο κακές οι εμφανίσεις του στο Μιλάνο, ώστε μερίδα του Τύπου της χώρας, έδωσε στο «βραβείο» της απογοήτευσης της αγωνιστικής το όνομα «Ντένις Μπέργκαμπ».
«Η φόρμα είναι προσωρινή, η κλάση κρατάει για πάντα»
Το εισιτήριο της διαφυγής του Μπέργκαμπ από την κόλαση που ζούσε στην Ιταλία, είχε προορισμό το βόρειο Λονδίνο και πιο συγκεκριμένα την Άρσεναλ. Οι πρώτες εμφανίσεις του με τους «κανονιέρηδες» δεν προδιάθεταν για τα όσα θα ακολουθούσαν, καθώς δεν κατάφερε να βρει δίχτυα στα πρώτα έξι παιχνίδια του πρωταθλήματος, με αποτέλεσμα να δεχτεί την έντονη κριτική από τον απαιτητικό Τύπο της Αγγλίας. Όταν ένας δημοσιογράφος ρώτησε τον προπονητή της ομάδας Μπρους Ρίοχ, άνθρωπο που είχε φέρει τον Ολλανδό στο «Χάιμπουρι», για το πότε θα αρχίσει να σκοράρει η απάντηση που έδωσε ήταν αφοπλιστική: «Η φόρμα είναι προσωρινή, η κλάση κρατάει για πάντα».
Εκτόξευση με Βενγκέρ
Μπορεί στη συνέχεια της πρώτης χρονιάς ο Μπέργκαμπ να άρχισε να σκοράρει και να βοηθάει ουσιαστικά την ομάδα, όμως η καλύτερη εκδοχή του δεν είχε κάνει ακόμα την εμφάνιση της. Ο άνθρωπος που πήρε τα μέγιστα από τον Ολλανδό δεν ήταν άλλος από τον Αρσέν Βενγκέρ, που ανέλαβε την Άρσεναλ τον Σεπτέμβριο του 1996. «Από την πρώτη στιγμή που τον είδα στις προπονήσεις, κατάλαβα ότι είχα στα χέρια μου κάτι ξεχωριστό. Ήταν καταλυτικός για την πορεία της ομάδας τα επόμενα χρόνια, ο εγκέφαλος της», δήλωσε ο Αλσατός μετά το τέλος της καριέρας του Μπέργκαμπ. Με το πέρασμα των χρόνων και τον ερχομό των επιτυχιών, το όνομα του έγινε τραγούδι στα χείλη των φίλων της Άρσεναλ και η αξία του αναγνωρίστηκε σε ολόκληρο τον κόσμο του ποδοσφαίρου.
Ο Ολλανδός που δεν... πετούσε
Πολλοί λένε ότι ο Μπέργκαμπ θα είχε κερδίσει ακόμα περισσότερη αναγνώριση αν έβγαινε από τη μέση ο φόβος που τον κυρίευε όταν ταξίδευε με αεροπλάνα. Επηρεασμένος από την ποδοσφαιρική τραγωδία των ποδοσφαιριστών της εθνικής ομάδας του Σουρινάμ το 1989 αλλά και από μία φάρσα ενός δημοσιογράφου όταν πετούσαν με την εθνική Ολλανδίας προς τις Η.Π.Α. για το παγκόσμιο κύπελλο του 1994, ο Μπέργκαμπ αποφάσισε να μη χρησιμοποιήσει ξανά το κατά τα άλλα ασφαλέστερο μέσο μεταφοράς. Εκτός από την αναγνώριση που πιθανώς να έχασε, η φοβία του του στέρησε και χρήματα όπως δήλωσε μερικά χρόνια αργότερα: «Όταν μιλούσαμε με την Άρσεναλ για νέο συμβόλαιο, για κάθε εκατομμύριο που ζητούσα, η διοίκηση έκοβε εκατό χιλιάδες επειδή δεν έμπαινα σε αεροπλάνο. Δε με ένοιαζε, το δεχόμουν».
Στιγμές μαγείας
Στα είκοσι χρόνια που ο Μπέργκαμπ μάγευε τα πλήθη με τις ενέργειες του, πρόσφερε εκατοντάδες παραστάσεις οι οποίες δικαιολογούσαν το αντίτιμο του εισιτηρίου. Δύο όμως από τα μαγικά του, έχουν μείνει χαραγμένα στη μνήμη όλων των ποδοσφαιρόφιλων: το γκολ εναντίον της εθνικής Αργεντινής στα προημιτελικά του παγκοσμίου κυπέλλου του 1998 και το γκολ κόντρα στη Νιουκάστλ μετά από την ντρίμπλα-ποίημα στο Νίκο Νταμπίζα το 2002. Τα ριπλέι των συγκεκριμένων «διαμαντιών» αποτελούν την καλύτερη απάντηση που μπορεί να δώσει κάποιος αν του ζητηθεί να περιγράψει τον τρόπο με τον οποίο αγωνιζόταν ο Ντένις Μπέργκαμπ. Γιατί μερικές φορές τα λόγια είναι φτωχά…
Πολλοί έχουν προσπαθήσει να περιγράψουν το ποδοσφαιρικό μεγαλείο του Ντένις Μπέργκαμπ, ωστόσο αυτός που έφτασε πιο κοντά δεν είναι άλλος από τον άνθρωπο που τον έβλεπε κάθε μέρα, σε κάθε προπόνηση επί μια δεκαετία, τον Αρσέν Βενγκέρ: «Ο συνδυασμός της κλάσης του και της εξυπνάδας του τον έκαναν μοναδικό. Είχε ξεχωριστό μυαλό, έβλεπε τα πράγματα με πολύ διαφορετικό τρόπο σε σύγκριση με τους υπόλοιπους, αλλά για να κάνει όσα είχε στο μυαλό του χρειαζόταν και εξαιρετική τεχνική και αυτός την είχε.
Η ποδοσφαιρική καριέρα του Ντέννις Μπέργκαμπ ολοκληρώθηκε το 2006, τη χρονιά δηλαδή που η Άρσεναλ μετακόμισε στο “Emirates”. Από το 2011 είναι βοηθός του Φρανκ Ντε Μπουρ στον πάγκο του Άγιαξ, με τις φήμες να τον θέλουν υποψήφιο για τη θέση του διαδόχου του Αρσέν Βενγκέρ, όταν αυτός αποφασίσει να αποχωρήσει από τον πάγκο των «κανονιέρηδων». Το σίγουρο είναι ότι αν η φήμη επαληθευτεί στο μέλλον, ο κόσμος της Άρσεναλ θα υποδεχτεί ένα από τα αγαπημένα του παιδιά με ανοιχτές αγκάλες…
Στέφανος Μαρολαχάκης