ENGLAND365 30.09.2010 | 11.52
Του Χρίστου Χαραλαμπόπουλου
Πηγή:Sportday
Και σε αυτή την προσπάθειά της η μόνη βοήθεια που μπορεί να ελπίζει είναι από τον κόσμο της. Η Νότιγχαμ Φόρεστ και η Λιντς κατά πρώτο λόγο και η Νιούκαστλ κατά δεύτερο είναι από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις.
Την ποδοσφαιρική πραγματικότητα της Αγγλίας την παρακολουθώ εδώ και χρόνια με πολλή προσοχή. Τόσο γιατί με ενδιαφέρει ο τρόπος με τον οποίο αναδεικνύουν και εκμεταλλεύονται οι Αγγλοι τα εμπορικά χαρακτηριστικά του παιχνιδιού όσο και ο τρόπος λειτουργίας ολόκληρου του θεσμικού πλαισίου και η αντιμετώπιση των φιλάθλων από τις ομάδες, αλλά και η αντιμετώπισή τους από τους φιλάθλους. Οταν μία ομάδα -για μία σειρά λόγων- εμπλακεί σε σοβαρές οικονομικές περιπέτειες, αντιμετωπίζει την απειλή της πτώχευσης ή αναγκαστικής οικονομικής διαχείρισης. Το φοβερό της ιστορίας είναι ότι την κακοδιαχείριση και τις σπατάλες των διοικούντων τη φορτώνονται οι ομάδες και όχι μόνο στην Αγγλία. Οι ομάδες, όμως, δεν μπορεί να αντιμετωπίζονται ως απλές επιχειρήσεις, παρά το γεγονός ότι αναπτύσσουν οικονομική δραστηριότητα.
Ας πούμε, με ποιο σκεπτικό ο Χικς της Λίβερπουλ ή ο Γκλέιζερ της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ δανείζονται για να αγοράσουν τις ομάδες και φορτώνουν το χρέος στις ίδιες τις ομάδες; Και μετά πουλάνε τις ομάδες που έχουν χρεώσει για να βγάλουν κέρδος; Καταλαβαίνω το δέλεαρ του κέρδους στον καπιταλισμό, αλλά καπιταλισμός -και πιο σκληρός από την Ευρώπη- υπάρχει, ως γνωστόν στις ΗΠΑ. Εκεί, όμως, γιατί ο καπιταλισμός έχει υιοθετήσει μία διαφορετική προσέγγιση στα σπορ, διασφαλίζοντας μία στοιχειώδη ισονομία στους όρους οικονομικού ανταγωνισμού, προστατεύοντας παράλληλα τις ομάδες; Πιθανόν γιατί οι άνθρωποι εκεί καταλαβαίνουν ότι πρώτα πρέπει να φτιάξεις τους δρόμους και μετά να καθορίσεις τις προδιαγραφές για τα οχήματα που θα κυκλοφορήσουν, αλλά και τις απαιτήσεις των εξετάσεων για την παροχή του διπλώματος οδήγησης.
Πολλές φορές και άλλοι συνάδελφοι έχουν επισημάνει κάποιες εξαιρετικές ρυθμίσεις που υπάρχουν στον κόσμο των σπορ στις ΗΠΑ, οι οποίες καλό θα ήταν -εφόσον θέλουμε να ακολουθήσουμε ένα συγκεκριμένο μοντέλο εμπορευματοποίησης του αθλητισμού- να υιοθετηθούν και στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο που δείχνει, γενικά, μία αλλεργία τους κανόνες. Γιατί να βολεύονται η Ρεάλ, η Τσέλσι, η Μπάρτσα, η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και η Μάντσεστερ Σίτι από ένα σάλαρι καπ που θα τις υποχρέωνε να έχουν μία οροφή στις δαπάνες για μισθούς και συμβόλαια; Και όταν οι ομάδες χρεωθούν υπερβολικά, τις μεταχειρίζονται σαν ένα άδειο κουκούλι, άχρηστο και καταχρεωμένο και τις πετάνε στη γωνία.
Παράλληλα με την ευρωπαϊκή πραγματικότητα, πολύ συχνά κοιτάω και το τι συμβαίνει στις ΗΠΑ στο πεδίο του επαγγελματικού αθλητισμού. Και διαπιστώνω ότι εκεί οι ομάδες (τα οχήματα της παρομοίωσης που έγραφα παραπάνω) προστατεύονται από τις αδικοπραγίες των ιδιοκτητών τους. Μία είδηση που είδα προχθές σε ένα μηνιαίο ενημερωτικό δελτίο (newsletter) που μου στέλνουν από την άλλη άκρη του Ατλαντικού, προκάλεσε αμέσως την προσοχή μου. Μία ομάδα του αμερικανικού μπέιζμπολ που είχε κηρυχθεί σε καθεστώς πτώχευσης στις αρχές Αυγούστου -οπότε και συζητήθηκε στο αρμόδιο δικαστήριο η περίπτωσή της- υπέγραψε μία εικοσαετή συμφωνία πώλησης τηλεοπτικών δικαιωμάτων με το κανάλι Fox, αξίας 3 δισ. δολαρίων! Δεν ήταν, όμως, μόνο το ποσό του τηλεοπτικού συμβολαίου και η οικονομική περιπέτεια της ομάδας που τράβηξαν την προσοχή μου, αλλά και ένα όνομα. Αυτό του Αμερικανού ιδιοκτήτη της Λίβερπουλ, του Τομ Χικς.
Η περίπτωση των Τέξας Ρέιντζερς
Την ομάδα των Τέξας Ρέιντζερς την πρωτάκουσα το 1989, όταν ο Τζορτζ Μπους, επικεφαλής ενός επενδυτικού σχήματος, αγόρασε την ομάδα αντί του ποσού των 75 εκατομμυρίων δολαρίων και έγινε πρόεδρός της, μέχρι που εξελέγη κυβερνήτης του Τέξας. Το ποσοστό του στην αρχή ήταν λίγο περισσότερο από 1% και μεγάλωσε στη συνέχεια. Μαζί του μέτοχος έγινε και η Κοντολίζα Ράις, η οποία επί προεδρίας του διετέλεσε υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ. Το 1998 η ομάδα αγοράστηκε από μία εταιρεία του Τομ Χικς αντί του ποσού των 250 εκατομμυρίων δολαρίων. Τα σπορ και η αγορά τηλεοπτικών δικαιωμάτων άρχισαν να μυρίζουν μεγάλα κέρδη και ο Χικς ήταν ένας από τους τύπους που έσπευσαν από νωρίς να εκμεταλλευθούν αυτές τις προοπτικές.
Σήμερα όλες οι ομάδες με τις οποίες ασχολήθηκε ή ασχολείται είτε έχουν χρεοκοπήσει είτε είναι καταχρεωμένες. Στο διάστημα κατά το οποίο η ομάδα ήταν στον έλεγχο της επενδυτικής ομάδας στην οποία μετείχε και ο Μπους, απέκτησε ένα ολοκαίνουργιο γήπεδο αξίας (τότε) 190 εκατομμυρίων δολαρίων, το οποίο χρηματοδοτήθηκε από ένα φόρο που επιβλήθηκε πάνω σε όλες τις εμπορικές συναλλαγές, ύστερα από πρόταση της δημοτικής αρχής της πόλης του Αρλινγκτον, στο Τέξας, όπου ήταν η έδρα της ομάδας. Ενα τέτοιο γήπεδο είναι κάτι σαν μία μηχανή που κόβει χρήμα, πόσω μάλλον που υπήρχε και μία προοπτική εμπορικής εκμετάλλευσης κάποιων εκτάσεων γύρω από το γήπεδο, για τις οποίες, όμως, θα έπρεπε να υπάρξει και μία συμφωνία με τους κατόχους αυτών των εκτάσεων. Οταν ανέλαβε ο Χικς, άρχισε να ξοδεύει πολλά χρήματα για την ενίσχυση της ομάδας χωρίς κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο.
Το 2001 κάνει την ακριβότερη μεταγραφή στην ιστορία του αθλήματος, φέρνοντας στους Ρέιντζερς τον free agent Αλεξ Ροντρίγκεζ με μία συμφωνία 10ετούς διάρκειας αντί του ποσού των 252 εκατομμυρίων δολαρίων, περισσότερα απ’ όσα ξόδεψε για να αγοράσει την ομάδα. Αυτή η κίνηση, όμως, δεν του επέτρεψε να ενισχύσει και με άλλους παίκτες την ομάδα, με αποτέλεσμα ο Ροντρίγκεζ, όσο καλά και να έπαιζε, να ήταν μόνος. Η ομάδα δεν είχε καμιά αγωνιστική επιτυχία και 2 χρόνια μετά ο Ροντρίγκεζ ανταλλάχθηκε με δύο παίκτες των Νιου Γιορκ Γιάνκις.
Η Λίγκα και οι κανόνες
Ολο τον καιρό που ο Χικς ήταν ιδιοκτήτης της ομάδας ενδιαφερόταν μόνο να επωφελείται από τη ρευστότητα που του πρόσφερε η ομάδα, αλλά η διαχείρισή του τη χρέωνε όλο και περισσότερο. Εκανε λάθη στον χειρισμό της συμφωνίας ονοματοδοσίας του γηπέδου που οδήγησαν την ομάδα στο δικαστήριο, όπου έχασε την υπόθεση κι υποχρεώθηκε να πληρώσει κάποια εκατομμύρια σαν αποζημίωση. Παράλληλα, επειδή προσπάθησε να εκμεταλλευθεί εμπορικά και τις εκτάσεις γύρω από το γήπεδο, χωρίς την άδεια των ιδιοκτητών, άνοιξε και ένα ακόμη δικαστικό μέτωπο. Από τη στιγμή που τα οικονομικά προβλήματα έγιναν πιεστικά, προσπάθησε να πουλήσει την ομάδα ή να της αλλάξει έδρα αλλά για κάτι τέτοιο χρειαζόταν μια απόφαση με διευρυμένη πλειοψηφία της λίγκας. Η λίγκα, όμως, θέλει να διασφαλιστεί πρώτα η αποπληρωμή των χρεών της ομάδας προς τους παίκτες και προς τρίτους, διαφορετικά η άδεια δεν δίδεται. Και όταν φέτος τον Απρίλιο βρέθηκε αγοραστής, οι κάτοικοι που είχαν προσφύγει στα διαστήρια κέρδισαν την υπόθεση και ματαίωσαν την πώληση. Μετά ήρθε η διαδικασία της πτώχευσης -όπου όσοι έχουν να λαμβάνουν δεν χάνουν τα χρήματά τους-, βρέθηκε νέος αγοραστής και η ομάδα ξεκινά από την αρχή, χωρίς βαρίδια.