O Γκιγκς ενσάρκωνε την επιτομή του serial winner!

Ο Ράιαν Γκιγκς πάτησε το χορτάρι του Ολντ Τράφορντ για τελευταία φορά και αν ήταν λίγο πιο τυχερός με το τελευταίο σουτ που έκανε θα παρέμενε ο μόνος παίκτης που έχει σκοράρει σε κάθε σεζόν της Πρέμιερ Λιγκ, αλλά ο Γιακούποβιτς με ωραία εκτίναξη απέκρουσε. Ηταν πρελούδιο μίας καριέρας γεμάτης έπιτυχίες, που πιθανότατα ούτε στα πιο τρελά του όνειρα δεν είχε φανταστεί ο 40χρονος πια Ουαλός.

O Γκιγκς ενσάρκωνε την επιτομή του serial winner!

Οταν για πρώτη φορά έμπαινε σαν αλλαγή τον Φλεβάρη του 1991 σε ένα ματς που η Γιουνάιτεντ έχανε με 2-0 από την Εβερτον, τα χρόνια χωρίς τίτλο στο «Ολντ Τράφορντ» έφταναν τα 24. Οι ποδοσφαιρικές μοίρες όμως στάθηκαν ευοίωνες με αυτό το ταλαντούχο παλληκάρι που αν και γρήγορα φορτώθηκε με τη μόνιμη ταμπέλα του νέου Μπέστ, στο δρόμο κατάφερε να γίνει «ο ένας και μοναδικός Ράιαν Γκιγκς».

Εχοντας τη χαρά και το προνόμιο να περιγράψω δεκάδες ματς από τις πρώτες μέρες που η Γιουνάιτεντ άρχισε να κάνει την παρουσία της αισθητή στο Τσάμπιονς Λιγκ μέχρι τη τελευταία του μεγάλη βραδιά στη διοργάνωση, την ανατροπή απέναντι στον Ολυμπιακό, άφοβα μπορώ να πω ότι ο Γκιγκς είναι ένας από τους μεγαλύτερους παίκτες όλων των εποχών! Ο κόσμος δεν τον αναφέρει ποτέ δίπλα σε σούπερσταρς όλης αυτής της εικοσαετίας, αλλά νομίζω πως η θέση του είναι εκεί, δίπλα στον Ζιντάν, τον Ροναλντίνιο , τον Ρονάλντο, τον Μέσι, τον Τσάβι. Το να παίξεις σχεδόν 1000 ματς σε τέτοιο απαιτητικό επίπεδο και να αποτελέσεις έναν σημαντικό κρίκο στην αλυσίδα των απίστευτων επιτυχιών που γνώρισε η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ από το 1992 και έπειτα, δεν είναι κάτι που εύκολα το κάνεις αν είσαι απλά ένας καλός παίκτης.

Ο Γκιγκς όταν επέλεξε μικρό παιδί, να αλλάξει εθνικότητα από Αγγλος σε Ουαλός, επιλέγοντας πάρει το επώνυμο της μητέρας του, ήξερε πως αυτή η επιλογή θα του στοίχιζε! Η Ουαλία δεν θα πήγαινε εύκολα σε μία μεγάλη διοργάνωση και όπως πριν από αυτόν ο Ιαν Ρας και ο Μαρκ Χιουζ δεν θα κατάφερνε να γευτεί τη χαρά της πρόκρισης σε ένα Μουντιάλ, ή σε ένα EURO. Ωστόσο μάλλον οι μοίρες θέλησαν να τον αποζημιώσουν με μία ατελείωτη γκάμα από τίτλους. Κέρδισε με την Γιουνάιτεντ 13 μετάλλια πρωταθλητή συν τέσσερα Κύπελλα Αγγλίας και αν υπολογίσουμε και τα δύο Τσάμπιονς Λιγκ είναι κάτι παραπάνω από εξαιρετική παρηγοριά για αυτά που δεν έζησε με την φανέλα των «κόκκινων δράκων» της Ουαλίας.

Ο Γκιγκς στα καλά του χρόνια, από το 1995 περίπου μέχρι και το 2008 ήταν μία πραγματική απόλαυση. Τον έβλεπες να καλπάζει στην αριστερή πλευρά, να κάνει προσποιήσεις, να αλλάζει κατευθύνσεις και θαύμαζες την ισορροπία του. Η ικανότητα του να βλέπει την πάσα την κατάλληλη στιγμή αλλά και το γλυκό «χάδι» από το αριστερό του πόδι στη μπάλα πριν σεντράρει άφηναν άφωνο τον θεατή. Το γκολ που έβαλε στον περιβόητο ημιτελικό του 1999 για το F.A. Cup κόντρα στην Αρσεναλ περνώντας στο διάβα του τη μισή ομάδα, είναι το καλύτερο της καριέρας του. Μαζί και μία σημαντική παρακαταθήκη. Πιο χαρακτηριστική φάση για να μπορεί μελλοντικά, μπαίνοντας στο διαδίκτυο, να διαπιστώσει κάποιος πόσο ξεχωριστά ιδιοφυής και προικισμένος υπήρξε ο Ράιαν Γκιγκς δεν υπάρχει. Στα μέτρα αυτά που διανύει μιλάει από μόνη της η κλάση ενός μεγάλου παίκτη, με επιλογές κλάσματος του δευτερολέπτου πριν σουτάρει και πετύχει ένα ιστορικό τέρμα βοηθώντας την ολοκλήρωση του τρεμπλ.

Ο Γκιγκς σε αυτά τα 23 χρόνια απαράμιλλης προσφοράς, μεταβλήθηκε από ένα πολύ ταλαντούχο παιδί σε μία ενσάρκωση επιτομής του serial winner! Το αύριο του Ουαλού με αυτό της Γιουνάιτεντ κάποια μέρα θα ξανασυναντηθούν. Όχι ακόμη, θα ήταν λάθος και θα κινδύνευε να χαλάσει αυτή η απόλυτη χημεία. Η μέρα που θα καθίσει κανονικά στον πάγκο ως πρώτος προπονητής, δεν θα αργήσει. Ισως σε τέσσερα, σε πέντε, σε έξι χρόνια…

Αυτά θα γίνουν κάποτε. Τώρα όλοι οι φίλοι του καλού ποδοσφαίρου οφείλουμε να του πούμε ένα ευχαριστώ. Η Γιουνάιτεντ και ο Γκιγκς εξελίχτηκαν σε ένα, με το DNA του να αποκτά μία βαθιά ριζωμένη πίστη στο αδύνατο. Η μάχη για τη νίκη ήταν έμφυτη και αρνούμενος ο Γκιγκς να αποδεχτεί πως ένα ματς λήγει πριν σφυρίξει ο διαιτητής, πάντα προσπαθούσε για το καλύτερο, πλην όμως πάντα με μία ιδιαίτερη αισθητική. Όταν οι άλλοι απλά κλωτσούσαν μία μπάλα, αυτός ο έπαιζε όπως οι γκραν μετρ σε μία παρτίδα σκάκι. Με ποιότητα και φινέτσα. Διαλέγοντας πάντα την κατάλληλη κίνηση.