Ο άνθρωπος που είδε τα πάντα αλλιώς στο ποδόσφαιρο!
Όταν μιλάμε για προπονητές που κέρδισαν τίτλους η κουβέντα δεν θα έρθει άμεσα σε αυτόν. Δεν επεδίωκε ποτέ να πάρει πάνω του τα φώτα της δημοσιότητας, αλλά χωρίς τη δική του εμβληματική παρουσία θα βλέπαμε όλοι μας ένα άλλο είδους ποδοσφαίρου από αυτό που εδώ και δεκαετίες απολαμβάνουμε. Γράφει ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος.
Ο Ρίνους Μίχελς έφυγε για το μακρινό ταξίδι χωρίς επιστροφή ακριβώς πριν δέκα χρόνια και όλοι όσοι αγαπάμε αυτό το άθλημα του οφείλουμε αιώνια ευγνωμοσύνη. Γιατί χωρίς υπερβολή το ποδόσφαιρο που παρακολουθούμε σήμερα είναι απόρροια της δημιουργικής φαντασίας αυτού του χαρισματικού Ολλανδού. Είναι εκείνος που είχε τρελά θεωρητικά όνειρα και επιχείρησε να τα κάνει πράξη μέσα στις τέσσερις γραμμές του γηπέδου!
Ο Αγιαξ που δημιούργησε ο Μίχελς άλλαξε όλα τα στερεότυπα σχετικά με το τι ήταν αυτό το άθλημα που παιζόταν με 11 παίκτες εναντίον 11. Και αυτή η επανάσταση πολύ φυσιολογικά ξεκίνησε από την (σχεδόν) νευρωτική ανάγκη των Ολλανδών να δημιουργούν χώρο! Σε μία χώρα που λογικά θα ήταν κάτω από το νερό χωρίς τα φράγματα, ήρθε αυτό το κίνημα την δεκαετία του ‘60 με ανατροπές σε όλους τους τομείς. Η ολοκληρωτική αρχιτεκτονική και το ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο είχαν στενή σχέση. Δημιουργήθηκαν ολόκληρες πόλεις από το πουθενά, και σε μίνιμουμ χώρο, ένα αεροδρόμιο, το Schipholl που αποτελεί ακόμη και σήμερα ίσως την πιο τέλεια εκδοχή στον τομέα του και απλώθηκε σε ένα τόπο που κάποτε ήταν θάλασσα!
Ταυτόχρονα, η μαθηματική προσέγγιση στο ποδόσφαιρο έφερε το ολοκληρωτικό στην πλήρη εφαρμογή του. Όταν ο Ρίνους Μίχελς συνέλαβε την λογική πως οι διαστάσεις του γηπέδου είναι πάντα 105 επί 68 αλλά μπορούν να αλλάξουν κατά την διάρκεια του ματς, πολλοί τον είπαν τρελό! Ο ίδιος, καλεσμένος του Συνδέσμου Ελλήνων προπονητών πριν σχεδόν 18 χρόνια, μας το εξήγησε ένα βράδυ όταν βρεθήκαμε στο ίδιο τραπέζι , στην εμβληματική «Μυρτιά» της Μάρκου Μουσούρου στο Μετς. «Πίστευα πάντα πως όταν αμύνεσαι πρέπει να μεταβάλλει στο γήπεδο σε 70 επί 30, πρεσάροντας όλους τους χώρους. Και όταν επιτίθεσαι να κερδίζεις κάθε γωνία, με αποτέλεσμα να «μεγαλώνεις» τις διαστάσεις σε 130 επί 90»!
Αυτό ακούγεται κάπως φυσιολογικό σήμερα , αλλά πριν από σαράντα χρόνια έμοιαζε με τον ισχυρισμό πως η γη γυρίζει! Μέχρι τότε και επί δεκαετίες , οι ακραίοι αμυντικοί ήταν ένας δεξιά και ένας αριστερά και έμεναν πίσω. Ο σεντερ φορ ένας βαρύς και ψηλός, οι εξτρέμ έπαιζαν πάνω στη γραμμή περιμένοντας την μπάλα… Ο τερματοφύλακας απλά έπιανε την μπάλα και έδινε βολέ και το δεκάρι έκανε τσαλιμάκια και έβγαζε μακρινές πάσες! Ο Μίχελς με τον Αγιαξ μετέτρεψε την ποδοσφαιρική ανάπτυξη μίας ομάδας σε έργο τέχνης. Το κλειδί του ήταν πως βρήκε στο πρόσωπο του Γιουγκοσλάβου Βάσοβιτς έναν παίκτη ικανό να φτιάξει παιχνίδι από την άμυνα. Αυτός ήταν ο αρχηγός και ταυτόχρονα ο προπονητής μέσα στο γήπεδο. Τον είχε ανακαλύψει με την φανέλα της Παρτιζάν Βελιγραδίου και θα ήταν εκείνος που το 1971 θα σήκωνε πρώτος το τρόπαιο στο Γουεμπλει με αντίπαλο τον Παναθηναικό. Εβγαινε μαζί με τους ακραίους μπακ Σουρμπίρ και Κρολ με εξαιρετική ταχύτητα μπροστά. Όταν σταμάτησε, τότε παρτενέρ του εξαιρετικού κεντρικού αμυντικού Μπάρι Χουλσόφ έγινε ο Γερμανός Χορστ Μπλάκενμπουργκ, τον οποίο είχε ανακαλύψει ο Μίχελς από το… πουθενά! Τερματοφύλακας ήταν ένας βαρύς και δυσκίνητος, ο Στούι που όμως είχε τρομερό μυαλό. Η μπάλα όταν γύριζε πίσω, έφευγε για πάσα με τα πόδια.
Έτσι ο Μίχελς κέρδισε έναν παίκτη παραπάνω. Αυτό που οι άλλοι έκαναν από το 1993, ο Αγιαξ το δοκίμασε από το 1969. Η πρώτη φουρνιά στα χαφ είχε τον τον Πιτ Κάιζερ και τον Σάακ Σβαρτ, τον ρέκορντμαν συμμετοχών στην ιστορία της ομάδας, τον αείμνηστο Γκέρι Μιούρεν καθώς και τον πρώτο μοντέρνο αμυντικό χαφ τον Γιόχαν Νέεσκενς. Στην επίθεση αφού υπήρχε ο Γιόχαν Κρόιφ όλα τα άλλα περίττευαν. Το 1972 προστέθηκε και ο Ρεπ (όταν πια ο Μίχελς θα είχε φύγει για την Μπαρτσελόνα) και η ομάδα στα χέρια του -επίσης ξεχωριστού- Στέφαν Κόβατς θα απογειωνόταν!
Ο Μίχελς ωστόσο έκανε άλλη μία μεγάλη αλλαγή στην ομάδα πριν φύγει χαρίζοντας της έναν παίκτη πολυεργαλείο που χρόνια θα βοηθούσε και την εθνική ομάδα σε διαφορετικούς ρόλους. Ηταν ένα πραγματικό υπερόπλο, η παρουσία του Αρι Χάαν στην ενδεκάδα, ο οποίος τα επόμενα χρόνια θα αγωνιζόταν σε επτά διαφορετικές θέσεις και για τις ομάδες του (Αγιαξ, Αντερλεχτ, Σταντάρ Λιέγης) και στους «οράνιε».
Πολλοί λένε πως μία ομάδα με τέτοιες προσωπικότητες δεν χρειάζεται κάποιον στον πάγκο. Αυτό αν το έλεγες στον Μίχελς σε αγριοκοιτούσε! « Δεν υπάρχει ομάδα που να μην χρειάζεται καθοδήγηση» μας τόνισε εκείνο το βράδυ. «Ακόμη και αν δεν κάνεις κάτι, οφείλεις να δείχνεις πως έχεις ένα σχέδιο. Ο παίκτης θέλει να νοιώθει πως ο προπονητής του ξέρει, πως είναι έτοιμος να δώσει λύση» ήταν τα χαρακτηριστικά του λόγια.
Ο Μίχελς πέραν των συλλογικών του επιτυχιών κατάφερε να μετατρέψει την (παντελώς ανυπόληπτη μέχρι το 1970) εθνική Ολλανδίας σε υπερδύναμη. Το 1974 με τον αείμνηστο Φάντρονκ στο πλευρό του, έφτασαν μία ανάσα από την κατάκτηση του Μουντιάλ πριν λυγίσουν από τη γηπεδούχο Δυτική Γερμανία στο Μόναχο με 2-1. Δεκατέσσερα χρόνια αργότερα η μοίρα του επιφύλασσε τη μεγαλύτερη χαρά της ζωής του αφού στο ίδιο γήπεδο που βίωσε την τεράστια πίκρα, οδήγησε τους οράνιε στην κατάκτηση του μοναδικού τους τροπαίου. Το 2-0 επί της Σοβιετικής Ενωσης που σφραγίστηκε από το απίθανο γκολ του Φαν Μπάστεν ήρθε ως επιστέγασμα μίας σπουδαίας καριέρας.
Ο Μίχελς θα είναι για πάντα ο προφήτης του ποδοσφαίρου. Οι ιδέες του για πρέσινγκ ψηλά στο γήπεδο, το τεχνητό οφσάιντ, οι παίκτες που αγωνίζονται σε περισσότερες από μία θέσεις, η επιλογή δεξιοπόδαρων ακραίων αριστερά ή αριστεροπόδαρων κυνηγών στα δεξιά ή η χρησιμοποίηση του Κρόιφ ως ενός σέντερ φορ που δεν ήταν «εννιάρι» δεκαετίες πριν έρθει στην μόδα ο όρος αυτός , αποδεικνύουν πόσο μπροστά από την εποχή του ήταν.
Αυτός έπεισε τον πρόεδρο του Αγιαξ να αρχίζουν οι ακαδημίες να παίρνουν παιδιά από ηλικία 7 ετών, αυτός επέμενε πως η τακτική θα έπρεπε να γίνεται κτήμα των μικρών παιδιών παράλληλα με την τεχνική από πολύ νωρίς και τόνιζε πως η ανούσια κατοχή μπάλας δε σημαίνει από μόνη της κάτι αν δεν γίνεται σε τέτοια σημεία του γηπέδου που να «πονάει» τον αντίπαλο! Η πορεία του μπορεί να μην συνοδεύτηκε από πολλές διακρίσεις και τίτλους αλλά το γεγονός πως χωρίς τις ιδέες του το ίδιο ποδόσφαιρο δεν θα προχωρούσε με τους ρυθμούς που όλοι βιώνουμε, αποτελεί τη μεγαλύτερη παρακαταθήκη που μας άφησε!