Οι στιγμές που θα ήθελες να σταματήσει να τρέχει ο χρόνος!

 Μοίρα καλή πρέπει να τον ακούμπησε την ώρα που ερχόταν στον κόσμο τούτο. Και πραγματικά τον βλέπεις να είναι ακόμη τόσο ξεχωριστός και σημαντικός σε ηλικία σχεδόν 40 ετών και αναρωτιέσαι πως γίνεται για κάποιους ο χρόνος πραγματικά να είναι τόσο μα τόσο σχετικός! Γράφει ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος

Οι στιγμές που θα ήθελες να σταματήσει να τρέχει ο χρόνος!

Σε μια εποχή που οι περισσότεροι ποδοσφαιριστές μένουν σε μια ομάδα τόσο διάστημα όσο χρειάζεται να μάθουν τα ονόματα των συμπαικτών τους, ένα φαινόμενο σαν αυτό του  Ράιαν Γκίγκς σε αφήνει άφωνο. Το Σάββατο συμπληρώνονται 22 χρόνια από το ντεμπούτο του με τη φανέλα της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και γινόταν ο νεότερος που έβαζε τη φανέλα των «κόκκινων διαβόλων»  από την εποχή του Τζορτζ Μπεστ. Οι συγκυρίες δεν ήταν οι καλύτερες αφού για μία ακόμη σεζόν η Γιουνάιτεντ ήταν στην μέση της βαθμολογίας, έχοντας ξεχάσει το πότε ήταν η τελευταία φορά που είχε πάρει το πρωτάθλημα! Συμπληρώνονταν 24 χρόνια από το 1967 όταν ο Τσάρλτον ο Μπεστ και ο Λόου έπαιρναν τον έβδομο (και τελευταίο τίτλο μέχρι το 1993) για τον σύλλογο και ο Γκιγκς ήταν μία νότα αισιοδοξίας σε ένα ακόμη κακό απόγευμα στο οποίο η Εβερτον θα έφευγε νικήτρια , εύκολα με 2-0 από το «Ολντ Τράφορντ».

Από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι. Αν αγωνιστεί στο ματς με την Νόριτς ο Γκιγκς θα συμπληρώσει 1000 σε επαγγελματικό επίπεδο (σύλλογο και εθνική ομάδα) κάτι αξιομνημόνευτο για οποιονδήποτε παίκτη αλλά όταν έρχεται για κάποιον που επί 22 χρόνια αγωνίζεται σε ομάδα με τις απαιτήσεις της Γιουνάιτεντ, ξαφνιάζει ακόμη πιο πολύ. Μόνο ο Σερ Μπόμπι Τσάρλτον  τον ξεπερνούσε σε εμφανίσεις αλλά τον έπιασε το 2008 στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ και στο  πρωτάθλημα τον ξεπέρασε τέτοιες μέρες το 2011. Αλλά εκεί που δεν γίνεται κουβέντα είναι στους τίτλους. Ο Γκιγκς έχει σπάσει κάθε ρεκόρ στην πολύχρονη παρουσία του στο «Ολντ Τράφορντ», κατακτώντας  33 τρόπαια! Μία απίστευτη επίδοση του είναι αυτή των δώδεκα  πρωταθλημάτων, αφήνοντας από το 2007 πίσω του τον παλιό αρχηγό της Λίβερπουλ Αλαν Χάνσεν που είχε πανηγυρίσει με την ομάδα του λιμανιού οκτώ πρωταθλήματα από το 1979 έως το 1990 και σύντομα θα φτάσει και τα 13.

Κάποιος μπορεί να περίμενε πως η προσφορά  ενός τέτοιου παίκτη στην ομάδα μετά από τόσα χρόνια παρουσίας και τίτλων θα βασιζόταν κυρίως στις επιτυχίες του παρελθόντος. Ο Γκιγκς όμως που το 2007 πήρε το βραβείο του κορυφαίου της  σεζόν από παίκτες και δημοσιογράφους, έλεγε την βραδιά της απονομής πως θα αντέξει τρία με τέσσερα χρόνια ακόμη και κάποιοι κρυφογέλασαν! Από τότε πάνε έξι χρόνια και στο ενδιάμεσο όποιος παρακολούθησε την ξέφρενη κούρσα των «κόκκινων διαβόλων» προς τον τίτλο και το Τσάμπιονς Λιγκ το 2008, τους τίτλους του 2009 και του 2011 και το πόσο σημαντικός παραμένει ακόμη, θα αντιλήφθηκε πως ο Ουαλός όχι μόνο δεν επαναπαύεται στις δάφνες του παρελθόντος, αλλά φροντίζει να είναι έτοιμος όποτε του ζητηθεί από τον Σερ Αλεξ Φέργκιουσον. Ο Γκιγκς δεν νοιώθει αναπληρωματικός αλλά μέλος μίας μεγάλης ομάδας, αποδεικνύοντας στην πράξη πως το να εκτοξευτεί κανείς στη κορυφή μπορεί να μοιάζει  εύκολο, αλλά το να μείνεις εκεί 22 χρόνια, δεν είναι τυχαίο!

Η ιστορία υποστηρίζουν πολλοί δεν γράφεται με το «αν», όμως σκεφτείτε πόσο διαφορετική θα ήταν η εξέλιξη των πραγμάτων, αν ο Σερ Αλεξ Φέργκιουσον δεν έπειθε τον νεαρό Ράιαν Γουίλσον να αφήσει τις ακαδημίες της Μάντσεστερ Σίτι και να υπογράψει στη Γιουνάιτεντ το 1987 πηγαίνοντας ο ίδιος στο σπίτι του την μέρα των γενεθλίων του και υποσχόμενος επαγγελματικό συμβόλαιο ύστερα από μία τριετία σε ένα 14χρονο παιδί! Αλλωστε το  πλούσιο ταλέντο του  Ράιαν είχε γίνει πολύ γρήγορα γνωστό, παίρνοντας το περιβραχιόνιο του αρχηγού της σχολικής εθνικής ομάδας της Αγγλίας πριν το διαζύγιο των γονιών του, τον βάλει μπροστά σε ένα μεγάλο δίλημμα.

Προτίμησε να ακολουθήσει την μητέρα του στο Μάντσεστερ και να πάρει το όνομα της, που ήταν Γκιγκς, παίζοντας με την εθνική Ουαλίας, ενώ ο  πατέρας του, με ρίζες από την Σιέρα Λεόνε ήθελε να δει τον Ράιαν να ακολουθεί το άθλημα στο οποίο ο ίδιος είχε διακριθεί , το ράγκμπι. Όμως ο Γκιγκς είχε βάλει για τα καλά στο μυαλό του να γίνει ποδοσφαιριστής και φάνηκε νωρίς πως είχε όλα τα προσόντα. Σε εκείνα τα λίγα λεπτά που μπήκε σαν  αλλαγή αντί του Εργουιν  στην ήττα από την Εβερτον, κανείς  από τους θεατές πιθανότατα  δεν συνειδητοποιούσε ότι παρακολουθούσε την πρώτη σελίδα ενός βιβλίου που θα γινόταν μπεστ σέλερ!  Οι οπαδοί που τον έβλεπαν να πατάει το χορτάρι  είχαν ακούσει πως ήταν ένα παιδί με εξαιρετικά στοιχεία και κάποιοι ήδη έγραφαν για το νέο Μπεστ. Μόνο που διθυραμβικά σχόλια γράφονται συχνά και για πολλούς, αλλά ο ίδιος φρόντισε να εξελιχτεί στον πιο πιστό υπηρέτη της Γιουνάιτεντ.

Ο Γκιγκς στάθηκε τυχερός που συνέπεσε η παρουσία του στο Ολντ Τράφορντ με τις ημέρες δόξας του συλλόγου αλλά αν τον διαβάσουμε και λίγο διαφορετικά αυτλό, ίσως και η άφιξη του να βοήθησε τον σύλλογο να αποτινάξει τις μίζερες αναμνήσεις δύο και πλέον δεκαετιών.  Σίγουρα πάντως  ήταν τυχερός που έπεσε στα χέρια του Σερ Αλεξ Φέργκιουσον που τον φρόντισε σαν παιδί του και που τον προφύλαξε από όλη την τρέλα και την έκθεση στη δημοσιότητα που την ίδια περίοδο με αυτόν, βίωσε (και τελικά κατέστρεψε) τον Πολ Γκασκόιν.

Πότε θα σταματήσει, τον ρωτάνε κατά καιρούς και αυτός απλώς χαμογελώντας ανασηκώνει τους ώμους. Οσο αντέχει ας μακαρίζουμε τους εαυτούς μας που μπορέσαμε να απολαύσουμε ένα ιδιοφυές ταλέντο,  εν ώρα εργασίας, για τόσο μεγάλο διάστημα! Και κάθε φορά που τον απολαμβάνω να καλπάζει  πάνω στο χορτάρι, ειλικρινά εύχομαι να μπορούσε να σταματήσει για αυτόν  ο χρόνος!